Βασικες Αρχες της Συστημικης Εποπτειας
Στον χώρο της Ψυχικής Υγείας και των Οργανισμών που παρέχουν ψυχοκοινωνικές ή εκπαιδευτικές υπηρεσίες

Σε 12 ερωτήσεις και απαντήσεις
1. Τι σημαίνει ο όρος “εποπτεία”;
Με τον γενικό όρο «εποπτεία» αναφερόμαστε στην συμβουλευτική, καθοδηγητική ή εκπαιδευτική δραστηριότητα σε επαγγελματίες ή τελειόφοιτους φοιτητές, η οποία στοχεύει στην ανάπτυξη των επαγγελματικών δεξιοτήτων των εποπτευομένων και, εν τέλει, στην βελτίωση της ποιότητας των υπηρεσιών που παρέχουν οι εποπτευόμενοι στους πελάτες τους.
Η εποπτεία μπορεί να γίνεται είτε με φυσική παρουσία των προσώπων που εμπλέκονται σε αυτήν, είτε διαδικτυακά, μέσω τηλεδιάσκεψης. Αξίζει επιπλέον να σημειωθεί, ότι η εποπτεία δεν είναι ψυχοθεραπεία. Ενώ αξιοποιεί τις επιστημονικές ή επαγγελματικές δυνατότητες και φωτίζει τις αντίστοιχες αδυναμίες των εποπτευόμενων, δεν ασχολείται (τουλάχιστον άμεσα) με τις προσωπικές παραμέτρους, που επηρεάζουν την προσωπική ή επιστημονική τους ανάπτυξη.
2. Γιατί χρειάζεται η εποπτεία;
Η ψυχοθεραπευτική, η συμβουλευτική, αλλά και η εκπαιδευτική εργασία με άτομα, ομάδες ή οικογένειες, αποτελούν ιδιαίτερα σύμπλοκες και υπεύθυνες διαδικασίες. Συνεπώς είναι αναμενόμενο να δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην ουσιαστική κατάρτιση, καθοδήγηση και υποστήριξη των ειδικών που ασχολούνται με τις δραστηριότητες αυτές, ιδίως στην αρχή της σταδιοδρομίας τους, ώστε να εξασφαλίζεται η προσωπική επαγγελματική τους ανάπτυξη και, εν τέλει η μεγαλύτερη δυνατή αποτελεσματικότητα στην παροχή των αντίστοιχων υπηρεσιών. Η υποστήριξη αυτή διεξάγεται από ειδικούς έμπειρους, κατάλληλα εκπαιδευμένους και, συνήθως, εξειδικευμένους στον επιστημονικό τομέα, με τον οποίον ασχολούνται οι εποπτευόμενοι.
Η εποπτεία αναγνωρίζεται διεθνώς σαν βασική μέθοδος ανάπτυξης και εξασφάλισης της ποιότητας της ψυχοθεραπείας, της συμβουλευτικής, της εκπαίδευσης κλπ. Πολλές σχετικές επιστημονικές εταιρείες διεθνώς την θέτουν σαν προϋπόθεση για την λήψη και διατήρηση της επαγγελματικής πιστοποίησης των ειδικών. Με τον τρόπο αυτόν η εποπτεία γίνεται βασικός παράγων της δια βίου εκπαίδευσης των ειδικών της ψυχικής υγείας. Συχνά η εποπτεία παίρνει τον χαρακτήρα αξιολόγησης των εποπτευομένων και περιφρούρησης του επαγγέλματος, σύμφωνα με τις προδιαγραφές που ορίζουν οι αντίστοιχες επιστημονικές εταιρείες ή την σχετική νομοθεσία κάθε χώρας. Επίσης η εποπτική διαδικασία διέπεται από προδιαγραφές, συχνά νομοθετημένες, αποτελεί ξεχωριστή επαγγελματική δραστηριότητα, η οποία προϋποθέτει κατάλληλη εκπαίδευση, άσκηση, αντίστοιχη εποπτεία, και πιστοποίηση.
3. Ποιοι είναι οι στόχοι της εποπτείας;
Οι στόχοι της εποπτείας είναι συνοπτικά οι ακόλουθοι:
-
Βελτίωση των επαγγελματικών δεξιοτήτων των εποπτευομένων. Για τον σκοπό αυτόν χρησιμοποιούνται διάφορες μέθοδοι, που περιλαμβάνουν καθοδήγηση, ανατροφοδότηση, εκπαίδευση θεωρητική ή πρακτική.
-
Συναισθηματική υποστήριξη, ενθάρρυνση των εποπτευομένων, πρόληψη της εργασιακής καταπόνησης.
-
Διασφάλιση της τήρησης των δεοντολογικών κανονισμών και της σχετικής νομοθεσίας στην διάρκεια της άσκησης του επαγγέλματος από τους εποπτευόμενους.
-
Υποστήριξη της αποδοτικής λειτουργίας του οργανισμού, στον οποίον εργάζονται οι εποπτευόμενοι (εάν η εποπτεία ζητείται από αυτόν). Βελτίωση των εργασιακών σχέσεων του προσωπικού. Συμβολή στην διαχείριση κρίσεων.
-
Διασφάλιση ότι οι εποπτευόμενοι θα ασκούν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με τις κατάλληλες ηθικές επιταγές, πχ σε θέματα πολυπολισμικότητας, φυλετικών διακρίσεων, διακρίσεων με βάση το φύλο ή τον σεξουαλικό προσανατολισμό κλπ.
-
Συνεχιζόμενη επαγγελματική εκπαίδευση, με χαρακτηριστικά «εκπαίδευσης ενηλίκων».
-
Αξιολόγηση της ποιότητας των υπηρεσιών που παρέχουν οι εποπτευόμενοι, προκειμένου να λάβουν την κατάλληλη άδεια άσκησης επαγγέλματος ή την αντίστοιχη πιστοποίηση. Περιφρούρηση της δημόσιας αξιοπιστίας του επαγγέλματος.
-
Βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας των παρεχομένων υπηρεσιών προς τους πελάτες των εποπτευομένων ή του εποπτευόμενου οργανισμού. Ο τελευταίος αυτός στόχος αποτελεί, όπως είναι φανερό, και την ουσιαστική αιτία της ανάπτυξης κάθε εποπτικής διαδικασίας.
4. Ποια είναι τα είδη ατομικής ή ομαδικής εποπτείας;
Αναφέρονται πολλοί τύποι εποπτείας, που εφαρμόζονται ανάλογα με την φάση εξέλιξης των ειδικών ή την φύση των ατόμων ή των οργανισμών, που την ζητούν:
-
Επίβλεψη κλινικής άσκησης φοιτητών. Έχει τον χαρακτήρα κλινικής καθοδήγησης και επίβλεψης του φοιτητή από έναν έμπειρο επαγγελματία της ειδικότητάς του. Στην περίπτωση αυτήν ο επιβλέπων έχει την ευθύνη για την εξέλιξη της θεραπευτικής διαδικασίας, ειδικά αν ο εποπτευόμενος είναι προπτυχιακός φοιτητής. Επιπλέον ο επόπτης αξιολογεί τελικά την επαγγελματική επάρκεια του εποπτευόμενου, για την απόκτηση της ανάλογης πιστοποίησης (πτυχίο, άδεια άσκησης επαγγέλματος κλπ). Μπορεί να είναι ατομική ή ομαδική.
-
Ατομική κλινική εποπτεία σε άπειρο – αρχάριο επαγγελματία. Άλλοτε ο εποπτευόμενος, ειδικός στον ψυχοκοινωνικό τομέα, επιλέγει τον επόπτη του και αναλαμβάνει την αμοιβή του, και άλλοτε επιβάλλεται στον ειδικό η συνεργασία με συγκεκριμένο επόπτη, για την απόκτηση της κατάλληλης επαγγελματικής εμπειρίας (πχ κατά την κλινική άσκηση ψυχοθεραπευτών). Στην πρώτη περίπτωση η βασική ευθύνη του επόπτη είναι προς τον εποπτευόμενο, κύριοι στόχοι είναι η ανάπτυξη των επαγγελματικών δεξιοτήτων και η ηθική υποστήριξη του εποπτευομένου. Την ευθύνη για την διεξαγωγή της θεραπείας έχει ο εποπτευόμενος. Στην δεύτερη περίπτωση, όπου η εποπτεία είναι προϋπόθεση για την λήψη αντίστοιχης πιστοποίησης, ισχύουν όσα αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο (ο επόπτης, δηλαδή, καθοδηγεί, ενθαρρύνει, επιβλέπει, αξιολογεί).
-
Ατομική εποπτεία σε έμπειρο επαγγελματία. Ονομάζεται και «διεπαγγελματική συμβουλευτική» και συχνά περιλαμβάνεται στο πλαίσιο της «συνεχιζόμενης δια βίου εκπαίδευσης», που πλέον ζητείται από πολλές επιστημονικές εταιρείες. Σημειωτέον ότι πολλές επιστημονικές εταιρείες θέτουν την δια βίου εκπαίδευση σαν προϋπόθεση για την ανανέωση ή συνέχιση της πιστοποίησης των μελών τους. Έχει χαρακτήρα κυρίως ανατροφοδότησης, συμβουλευτικό και υποστηρικτικό, δανείζεται πολλά στοιχεία από τον χώρο της «εκπαίδευσης ενηλίκων». Ο επόπτης μπορεί να έχει μεγαλύτερη εμπειρία στο σύνολο των επαγγελματικών ενδιαφερόντων του εποπτευόμενου ή μόνο σε ορισμένους τομείς (πχ στην διεργασία ομάδας, προκειμένου να τον διευκολύνει στην βελτίωση των σχέσεων με τους συνεργάτες του).
-
Ομαδική κλινική εποπτεία:
-
Σε ομάδα ειδικών, με αίτημά τους. Έχει χαρακτήρα υποστηρικτικό, ανατροφοδότησης, συμβουλευτικό ή εκπαιδευτικό, ανάλογα με την εμπειρία των μελών της ομάδας. Σχεδόν πάντοτε η εποπτεία αφορά και τις σχέσεις ανάμεσα στα μέλη της ομάδας, καθώς και τις σχέσεις με τους προϊσταμένους τους. Ο επόπτης χρειάζεται αφενός να έχει μεγάλη κλινική εμπειρία στο αντικείμενο των εποπτευομένων και, αφετέρου σε θέματα διεργασίας ομάδας.
-
Σε μικτή ομάδα, ειδικών και μη ειδικών, με αίτημά τους. Είναι για παράδειγμα δυνατόν να ζητηθεί εποπτεία από εκπαιδευτικούς και βοηθητικό προσωπικό ενός σχολείου. Χρειάζεται μεγάλη ευελιξία εκ μέρους του επόπτη. Η ρύθμιση των σχέσεων ανάμεσα στα μέλη της ομάδας έχει συνήθως σημαντικό ρόλο. Συχνά η διεξαγωγή σεμιναρίων πάνω σε πρακτικά ή θεωρητικά ζητήματα, σχετικά με το αντικείμενο της εργασίας των εποπτευομένων, βοηθάει την ανάπτυξη εμπιστοσύνης και συνεργασίας ανάμεσα στα μέλη της εποπτευόμενης ομάδας. Το είδος αυτό εποπτείας, αλλά και το επόμενο, μπορεί να αφορά και ομάδες εθελοντών, πιθανώς με περιορισμένη αντίστοιχη επαγγελματική εμπειρία.
-
Εάν το αίτημα προέρχεται από τον οργανισμό, στον οποίον εργάζεται η εποπτευόμενη ομάδα (που μπορεί να αποτελείται μόνο από ειδικούς ή να είναι μικτή). Απαιτεί εξειδικευμένες γνώσεις εκ μέρους του επόπτη. Είναι χρήσιμο ο επόπτης να έχει επαγγελματική εμπειρία στο αντικείμενο των εποπτευομένων, να έχει επαρκή γνώση της λειτουργίας του οργανισμού, που τον έχει προσλάβει, να γνωρίζει τα θέματα της ομαδικής διεργασίας. Συχνά ζητείται και διοικητική εποπτεία από τον ίδιον ειδικό, ενώ άλλοτε οι αρμοδιότητες της κλινικής και διοικητικής εποπτείας μοιράζονται. Χρειάζεται ξεκάθαρο συμβόλαιο με τους υπεύθυνους, που προσλαμβάνουν τον επόπτη, καθώς και με τα μέλη της εποπτευόμενης ομάδας. Πχ πρέπει να έχει συμφωνηθεί καθαρά αν στην εποπτεία θα συμμετέχει επιστημονικό και βοηθητικό προσωπικό, αν θα συμμετέχουν οι προϊστάμενοι, αν θα εργάζεται ξεχωριστά ο επόπτης μαζί τους, τι είδους ενημέρωση ή αξιολόγηση θα παρέχεται στην διοίκηση κλπ. Η εποπτεία μπορεί να έχει χαρακτήρα υποστηρικτικό, εκπαιδευτικό, ρύθμισης σχέσεων, διοικητικό κλπ.
-
Διοικητική εποπτεία. Ζητείται από δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς. Μπορεί να διεξάγεται από εξωτερικό επόπτη ή εργαζόμενο στον οργανισμό με θέση προϊσταμένου. Ο στόχος της είναι να συμβάλει στην βελτίωση της λειτουργίας του οργανισμού και την αύξηση της ποιότητας και της ποσότητας των παρεχομένων υπηρεσιών, μέσω της εφαρμογής κατάλληλων διοικητικών μεθόδων. Ο επόπτης χρειάζεται να γνωρίζει το αντικείμενο της λειτουργίας του οργανισμού, καθώς και πολλά ζητήματα σχετικά με την ιεραρχία, το είδος της ηγεσίας και την ποιότητα των σχέσεων ανάμεσα στα μέλη του προσωπικού. Επιπλέον, στην περίπτωση αυτήν ο επόπτης συχνά είναι μέλος της διοίκησης του οργανισμού. Ο ρόλος του είναι να εκπαιδεύει, να ενθαρρύνει, να υποστηρίζει, να ελέγχει, αν οι κανονισμοί εφαρμόζονται σωστά και αν έχουν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.
-
Εποπτεία σε Οργανισμούς άσχετους με την Ψυχική Υγεία ή την Εκπαίδευση. Μπορεί να αφορά εταιρείες ή οργανισμούς, ιδιωτικούς ή δημόσιους, με οποιοδήποτε αντικείμενο λειτουργίας. Ο επόπτης, που συχνά είναι ειδικός της ψυχικής υγείας εξειδικευμένος στην οργανωσιακή ψυχολογία, χρειάζεται να έχει επαρκή ενημέρωση για τα θέματα της λειτουργίας του οργανισμού, αλλά μπορεί να μην έχει εμπειρία στο είδος των παρεχομένων υπηρεσιών ή των προϊόντων που παράγει η εταιρεία. Ζητείται από την διοίκηση του οργανισμού, που αναλαμβάνει και την αμοιβή του επόπτη, και ο στόχος της είναι η βελτίωση των σχέσεων, ισότιμων και ιεραρχικών, ανάμεσα στα μέλη του προσωπικού, η αποτελεσματική εφαρμογή των κανόνων λειτουργίας του οργανισμού, η πρόληψη ή θεραπεία της εργασιακής καταπόνησης. Ο επόπτης εκπαιδεύει, ενθαρρύνει, υποστηρίζει, συμβουλεύει. Συχνά εργάζεται με υποομάδες του προσωπικού, πχ ξεχωριστά με μέλη της διοίκησης και με μέλη του προσωπικού, τεχνικού, διοικητικού κλπ. Οι παράγοντες που επιτρέπουν σε έναν οργανισμό να ζητήσει εποπτεία σχετίζονται με την εργασιακή κουλτούρα και αφορούν τα εξής: Η νοοτροπία ότι τα προβλήματα στην λειτουργία του οργανισμού δεν οφείλονται μόνον σε προσωπικές δυσκολίες των εργαζομένων, αλλά σχετίζονται και με την δυναμική των σχέσεων. Αναγνωρίζεται η σημασία της ανάπτυξης του «ανθρώπινου κεφαλαίου» για την λειτουργία του συστήματος, δίνεται έμφαση στην ανάπτυξη συνεργατικών σχέσεων, σε αντίθεση με την επικράτηση ανταγωνισμού και άσκησης εξουσίας. Δίνεται χρόνος για αναστοχασμό και μάθηση από τις εμπειρίες, ώστε το προσωπικό να μην ασχολείται μόνο με την αντιμετώπιση επειγόντων περιστατικών και κρίσεων. Γίνεται σεβαστή η γνώμη των εργαζομένων για την επίλυση προβλημάτων.
-
Ομαδική εποπτεία ισοτίμων (peer group supervision). Ο τρόπος αυτός επιλέγεται συχνά από έμπειρους ειδικούς. Τα μέλη των ομάδων αυτών αλληλοϋποστηρίζονται, έχοντας αντίστοιχη (σημαντική) επαγγελματική εμπειρία. Στις ομάδες ισοτίμων μπορεί να συμμετέχουν ειδικοί που ασκούν παρόμοια ή διαφορετικά επαγγέλματα (πχ ψυχοθεραπευτές, εκπαιδευτικοί, μάνατζερ εταιρειών κλπ).
-
5. Μπορούν να διευκρινιστούν περαιτέρω οι επιμέρους ορισμοί;
Μπορούμε να προσθέσουμε τα εξής:
-
Η κλινική εποπτεία σχετίζεται με την κλινική εργασία των εποπτευομένων και στοχεύει στην υποστήριξη, συμβουλευτική και εκπαίδευσή τους, ώστε να αναπτύσσουν τις επαγγελματικές τους δεξιότητες και, τελικά, την ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών. Ο επόπτης συχνά έχει αρμοδιότητα να επιτρέψει ή όχι την λήψη επαγγελματικής πιστοποίησης από τους εποπτευόμενους. Μια υποκατηγορία της κλινικής εποπτείας είναι και η επίβλεψη της πρακτικής άσκησης τελειοφοίτων φοιτητών ή σπουδαστών.
-
Η διεπαγγελματική συμβουλευτική (ή συμβουλευτική επαγγελματικού ρόλου). Οι εποπτευόμενοι είναι έμπειροι επαγγελματίες και, μέσω της εποπτείας, επιδιώκουν την βελτίωση των δεξιοτήτων τους, καθώς και των υπηρεσιών που παρέχουν στους πελάτες τους. Ο σύμβουλος, έμπειρος ειδικός ο ίδιος στο αντικείμενο στης συμβουλευτικής, ενδιαφέρεται κυρίως για τους συμβουλευμένους, που διατηρούν και την τελική ευθύνη για την αξιοποίηση της συμβουλευτικής, αλλά και την αξιολόγηση των υπηρεσιών του συμβούλου. Συχνά έχει σαν στόχο την πρόληψη ή θεραπεία της εργασιακής καταπόνησης.
-
Η εποπτεία ισοτίμων (peer supervision) είναι συνήθως ομαδική. Ειδικοί με παρόμοια σημαντική εμπειρία στον κλάδο τους, συμφωνούν να έχουν συναντήσεις αλληλοϋποστήριξης και αλληλοεκπαίδευσης. Προφανώς ο χαρακτήρας του είδους αυτού παρομοιάζει πολύ με την διεπαγγελματική συμβουλευτική. Οι ομάδες αυτές μπορούν να αποτελούνται από επαγγελματίες προερχόμενους από διαφορετικούς επαγγελματικούς κλάδους (πχ ψυχοθεραπευτές, γιατρούς, εκπαιδευτικούς, στελέχη επιχειρήσεων κλπ).
-
Η διοικητική εποπτεία έχει σαν στόχο την ανάπτυξη και εφαρμογή των κατάλληλων κανονισμών από έναν οργανισμό, για την ανάπτυξη των υπηρεσιών που παρέχει στους πελάτες του. Ο επόπτης εκπαιδεύει, υποστηρίζει και, επιπλέον, επιβλέπει και ελέγχει την τήρηση των κανονισμών λειτουργίας και την αποδοτικότητα του προσωπικού. Μπορεί να είναι και μέλος της διοίκησης του οργανισμού.
-
Ατομική – ομαδική εποπτεία. Η ατομική εποπτεία λειτουργεί μέσα από την ανάπτυξη εμπιστοσύνης, υποστήριξης και συνεργασίας ανάμεσα σε δύο πρόσωπα, τον επόπτη και τον εποπτευόμενο, ενώ η ομαδική εποπτεία εμπλουτίζεται από την ανάπτυξη σύμπλοκων αλληλεπιδράσεων μέσα στην εποπτευόμενη ομάδα, καθώς και την ανάλυση και αξιοποίηση αυτής της ομαδικής διεργασίας από τον επόπτη.
Θα αναφέρουμε τέλος ένα ακόμη είδος εποπτείας, με το οποίο όμως δεν θα ασχοληθούμε στο κείμενο αυτό, την εποπτεία ερευνητικών εργασιών, διδακτορικών διατριβών, πτυχιακών ή μεταπτυχιακών εργασιών κλπ.
6. Ποια είναι τα καθήκοντα του επόπτη;
Δεδομένης της σπουδαιότητας που έχει αποκτήσει η εποπτεία για την άσκηση των επαγγελμάτων της ψυχικής υγείας, πολλές αντίστοιχες επιστημονικές εταιρείες ή ακόμη και κυβερνήσεις, έχουν διατυπώσει κανόνες δεοντολογίας ή προϋποθέσεις επάρκειας, για τους επόπτες ή επαγγελματικούς συμβούλους. Οι επόπτες λοιπόν:
-
Αναπτύσσουν ξεκάθαρο συμβόλαιο συνεργασίας με τους εποπτευόμενους, το οποίο ορίζει με σαφήνεια τις προσδοκίες και υποχρεώσεις των δύο πλευρών.
-
Δημιουργούν σχέση εμπιστοσύνης και συνεργασίας με τους εποπτευομένους τους.
-
Γνωρίζουν επαρκώς και έχουν σημαντική εμπειρία στο κλινικό αντικείμενο με το οποίο ασχολούνται οι εποπτευόμενοί τους.
-
Δίνουν έμφαση στην θεραπευτική σχέση των εποπτευομένων με τους πελάτες / ασθενείς τους, ενώ αποδέχονται την δεοντολογική και ηθική υποχρέωση να προστατεύουν την ευημερία των πελατών των εποπτευομένων τους. Παρεμβαίνουν άμεσα όταν απαιτούνται διορθωτικά μέτρα για αστοχίες των εποπτευομένων τους
-
Ζητούν ανατροφοδότηση από τους εποπτευόμενούς τους και αξιολογούν από κοινού την πρόοδο στην επίτευξη των στόχων της εποπτείας.
-
Βοηθούν τους εποπτευόμενους τους να αυτοαξιολογούνται, όσον αφορά την πρόοδό τους στην απόκτηση επαγγελματικής επάρκειας.
-
Χρησιμοποιούν ποικίλες μεθόδους και εργαλεία για την επίτευξη των στόχων της εργασίας τους. Είναι εξοικειωμένοι με την χρήση της κατάλληλης τεχνολογίας, καθώς και της εργασίας από απόσταση.
-
Έχουν επίγνωση των θεμάτων διαφορετικότητας και διαπολιτισμικότητας και είναι ενήμεροι σχετικά με την επάρκειά τους στα θέματα αυτά, η οποία περιλαμβάνει στάσεις, γνώσεις και δεξιότητες.
-
Μπορούν να εμπεριέχουν τα αισθήματα άγχους ή αγωνίας των εποπτευομένων τους, καθώς και τα αντίστοιχα δικά τους.
-
Είναι ευέλικτοι και ανοικτοί σε καινούργια μάθηση, στην διάρκεια της εργασίας τους.
-
Έχουν επίγνωση της λειτουργίας του ευρύτερου πλαισίου, στο οποίο εργάζονται οι εποπτευόμενοι, και επιχειρούν την συνεργασία με αυτό.
-
Αξιολογούν τακτικά την πρόοδο των εποπτευομένων και την αποτελεσματικότητα της εποπτικής σχέσης, ενώ αντιμετωπίζουν έγκαιρα τα οποιαδήποτε προκύπτοντα προβλήματα.
-
Γνωρίζουν τα θέματα της δεοντολογίας στην άσκηση του επαγγέλματος των εποπτευομένων τους.
-
Δεσμεύονται από τον κώδικα δεοντολογίας της επαγγελματικής τους ένωσης.
-
Αποδέχονται τον ρόλο τους στην διαφύλαξη της αξιοπιστίας του επαγγέλματος.
-
Οφείλουν να καταγράφουν και να τεκμηριώνουν το έργο τους, ενώ συνεργάζονται αρμονικά με άλλους φορείς που ενδεχομένως εποπτεύουν το έργο των εποπτευομένων τους.
-
Μεριμνούν για την απόκτηση και διατήρηση της επαγγελματικής τους επάρκειας συμμετέχοντας σε πιστοποιημένα προγράμματα εκπαίδευσης και κλινικής κατάρτισης. Παράλληλα επιζητούν εποπτεία για την εργασία τους.
7. Ποιες είναι οι θεωρητικές μέθοδοι, πάνω στις οποίες στηρίζεται η Εποπτεία;
Στα επαγγέλματα που ασχολούνται με την προαγωγή της ψυχικής υγείας και της ψυχοκοινωνικής λειτουργικότητας η άσκηση της εποπτείας ξεκινάει λίγο μετά από την κλινική εφαρμογή της ψυχοδυναμικής θεωρίας. Αρχικά οι μέθοδοι, που εφαρμόζονταν στην εποπτεία, συνέπιπταν με την θεωρία, που ακολουθούσε ο κάθε επόπτης στην ψυχοθεραπευτική του εργασία. Έτσι έχουμε ψυχοδυναμικούς, συμπεριφορικούς, γνωσιακούς, συστημικούς κλπ μοντέλα. Οι μέθοδοι αυτές είναι αποτελεσματικές, ιδίως αν ο επόπτης και οι εποπτευόμενοι ακολουθούν την ίδια ψυχοθεραπευτική προσέγγιση. Στην συνέχεια αναπτύχθηκαν πιο σύνθετες κατηγορίες εποπτικών μεθόδων, οι αναπτυξιακές και οι συνθετικές. Οι πρώτες αντιλαμβάνονται την εποπτεία σαν μια εξελικτική διαδικασία, με ξεχωριστά στάδια, όπου σε κάθε στάδιο αντιστοιχούν και ορισμένες δεξιότητες του εποπτευομένου, του επόπτη ή του πλαισίου. Οι συνθετικές μέθοδοι αξιοποιούν ποικίλες προσεγγίσεις στην εποπτεία, ανάλογα με τις ανάγκες των εποπτευομένων και τις γνώσεις του επόπτη.
Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, οι συστάσεις που γίνονται διεθνώς για την ορθή άσκηση της εποπτείας, περιλαμβάνουν πάντοτε την εφαρμογή διαφόρων τεχνικών ή στρατηγικών παρέμβασης, ανάλογα με τις εκτιμώμενες ανάγκες των εποπτευομένων, και, κατά συνέπεια, θεωρούν την εφαρμογή κάποιας μορφής συνθετικών διαδικασιών σαν αποτελεσματικότερη μέθοδο εποπτείας.
Στο παρόν κείμενο δεν θα δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην περιγραφή των διαφορετικών θεωρητικών προσεγγίσεων στην άσκηση της εποπτείας, αλλά θα εστιάσουμε στην περιγραφή της Διαλεκτικής – Συστημικής προσέγγισης, που αρχικά ανέπτυξαν οι ιδρυτές του Αθηναϊκού Κέντρου Μελέτης του Ανθρώπου (ΑΚΜΑ), Γεώργιος και την Βάσω Βασιλείου, ενώ στην συνέχεια εξελίσσεται και εφαρμόζεται από τους συνεργάτες του ΑΚΜΑ στις θεραπευτικές και εκπαιδευτικές τους δραστηριότητες.
8. Ποιες είναι οι βασικές αρχές της Διαλεκτικής – Συστημικής προσέγγισης;
-
Οι εκφράσεις της ανθρώπινης λειτουργικότητας ή δυσλειτουργίας εξετάζονται όχι σαν γεγονότα στατικά, αποκομμένα από το περιβάλλον τους, αλλά δυναμικά, σαν διεργασίες. Δηλαδή σαν εξελισσόμενες αλληλουχίες γεγονότων.
-
Ένα σύνολο διεργασιών, που εξελίσσονται σε ολόπλευρη αλληλεπίδραση, αλληλοσυσχέτιση και συναλλαγή μεταξύ τους, αποτελούν ένα Σύστημα. Οι ιδιότητες ενός Συστήματος δεν μπορούν να αναχθούν στο άθροισμα των ιδιοτήτων των μερών του, γεγονός που οφείλεται στις διαρκείς συναλλακτικές σχέσεις, οι οποίες αναπτύσσονται μεταξύ των διεργασιών του Συστήματος. Δεδομένου μάλιστα ότι αυτές οι συναλλακτικές σχέσεις είναι πάντοτε αμφίδρομες, γίνεται αδύνατο για τον παρατηρητή να διακρίνει γραμμικές σχέσεις αιτίου - αιτιατού μεταξύ των διεργασιών που απαρτίζουν το Σύστημα.
-
Ο Άνθρωπος ορίζεται σαν ένα ανοιχτό, αυτόνομο, βιο-ψυχο-κοινωνικό σύστημα, που, για να επιβιώσει και να αναπτυχθεί, οργανώνει και γίνεται μέλος κοινωνικών ομάδων με προοδευτικά αυξανόμενη πολυπλοκότητα (Οικογένεια, Κοινότητα, Κοινωνία κλπ). Και αυτό γιατί η γνωστική, η συγκινησιακή και η κοινωνική διαφοροποίηση και ανάπτυξη του ανθρώπου δεν μπορούν να γίνουν στο κενό. Συνεπώς μπορούμε να κατανοήσουμε τον «Άνθρωπο» σαν ένα σύμπλοκο δυναμικό πεδίο, που απαρτίζεται από την ολότητα των δυναμικών του σχέσεων, η οποία του επιτρέπει να εκπληρώνει τους βασικούς του σκοπούς, δηλαδή να δημιουργεί, να παράγει και να ανταλλάσσει τα εξαγόμενα.
-
Προκειμένου όμως να αναπτύσσονται ανεμπόδιστα οι λειτουργίες αυτές είναι αναγκαία μια βασική προϋπόθεση: Η λειτουργία των κοινωνικών ομάδων, μέσα στις οποίες εντάσσεται ο Άνθρωπος, πρέπει να στηρίζεται σε συνεργατικές - συλλογικές σχέσεις. Γιατί, όταν στις κοινωνικές ομάδες επικρατούν ανταγωνιστικές και εκμεταλλευτικές σχέσεις, τότε αναπτύσσεται ψυχοκοινωνική εκμετάλλευση ανάμεσα στα μέλη τους με σοβαρές δυσλειτουργικές συνέπειες, που σταδιακά γενικεύονται.
9. Πώς εφαρμόζεται η έννοια της “ομαδικής διεργασίας” σύμφωνα με την Διαλεκτική – Συστημική θεώρηση;
-
Η ανάπτυξη και αξιοποίηση διεργασίας ομάδας, στην διάρκεια της θεραπεία, της εκπαίδευσης και της εποπτείας ειδικών, αποτελεί τον σημαντικότερο παράγοντα της εφαρμογής της Διαλεκτικής – Συστημικής προσέγγισης στους τομείς αυτούς. Δεδομένου ότι η λειτουργική ένταξη σε κοινωνική ομάδα αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για κάθε προσωπική εξέλιξη, γίνεται σαφές ότι η ομάδα μπορεί να αποτελέσει ιδιαίτερα κατάλληλο πλαίσιο και για θεραπευτικούς ή εκπαιδευτικούς σκοπούς.
-
Κάθε μέλος της ομάδας χρειάζεται να αναπτύξει μια σειρά από αναγκαίες επιδεξιότητες, που είναι οι εξής:
-
Να συμμετάσχει στην δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης και υπευθυνότητας.
-
Να μάθει να επικοινωνεί ανοικτά και ειλικρινά, μπαίνοντας συγκινησιακά στην θέση του άλλου. Έτσι η ομάδα αναπτύσσει συνοχή και τα μέλη λειτουργούν σε ένα περιβάλλον οικειότητας και αμοιβαιότητας.
-
Να μάθει να συνεργάζεται και να μπαίνει σε διάλογο με τα άλλα μέλη της ομάδας, χωρίς να επιδιώκει τον έλεγχό τους. Να μπορεί να εκφράζει με θάρρος και ειλικρίνεια τις σκέψεις και τα συναισθήματά του.
-
Να αποκτήσει συναισθηματική ενημερότητα, καθώς και αυτογνωσία, όσον αφορά τους στόχους και τις δυνατότητές του. Έτσι ώστε να μπορεί να αναλαμβάνει πρωτοβουλία δράσης για την εκπλήρωση των στόχων του, υιοθετώντας τύπους συμπεριφοράς, που προωθούν τις σχέσεις του με τους άλλους ανθρώπους.
-
Με την ανάπτυξη αυτών των δεξιοτήτων καλλιεργείται αμφίδρομη και ολόπλευρη συν-αλλαγή ανάμεσα στα μέλη της ομάδας (δηλαδή «σχέσεις συστήματος» μεταξύ τους). Τα μέλη της ομάδας, εφόσον γίνονται ενήμερα σχετικά με γνωστικές και συγκινησιακές τους διεργασίες, αποκτούν μεγαλύτερη αυτογνωσία, μαθαίνουν να ενεργούν με δική τους πρωτοβουλία πάνω σε τύπους συμπεριφοράς που προωθούν τις διαπροσωπικές τους σχέσεις, αποκτούν ενσυναίσθηση, συμμετέχουν σε «συναλλακτική μάθηση», η οποία συμβάλει στην ανάπτυξη της προσωπικής τους διαφοροποίησης.
-
Στην διάρκεια της λειτουργίας της η εκπαιδευτική ομάδα, περνάει από ορισμένα εξελικτικά στάδια. Αρχικά προέχει η «δημιουργία συστήματος», με την ανάπτυξη ασφάλειας και μιας πρώτης αίσθησης εμπιστοσύνης και οικειότητας ανάμεσα στα μέλη. Στην φάση αυτή ο ρόλος του εκπαιδευτή είναι καθοδηγητικός και υποστηρικτικός. Εφόσον τα μέλη αρχίζουν να εξοικειώνονται μεταξύ τους και να αναπτύσσουν έναν πρώτο συγκινησιακό σύνδεσμο, μπορούν να εκφράζουν και να διαπραγματεύονται πιο ελεύθερα τις απόψεις και τις διαφορές τους. Στην φάση αυτή μπορούν να εκφραστούν συναισθήματα θυμού, απογοήτευσης, και να αναπτυχθεί αντιπαράθεση μεταξύ των μελών ή με τον εκπαιδευτή (σε ιδεολογικό επίπεδο, δεδομένου ότι αποτελεί αρχή της προσέγγισης, ότι μπορούμε με ασφάλεια να εκφράζουμε αντίθετες ιδέες, εφόσον έχουμε αναπτύξει οικειότητα μεταξύ μας – “let’s keep our ideas apart and our hearts together”). Εδώ είναι καθήκον του εκπαιδευτή να διασφαλίζει την συνοχή της ομάδας, την διατήρηση και ενίσχυση μιας λειτουργικής συμμαχίας ανάμεσα στα μέλη, καθώς και την διευκρίνηση των λειτουργικών στόχων. Ο σκοπός είναι να εγκατασταθεί το αναγκαίο κλίμα εμπιστοσύνης, συνεργατικότητας και δέσμευσης στους στόχους της ομάδας, ώστε η ομάδα να αναπτύξει περισσότερο αυτοδύναμη λειτουργία και ο εκπαιδευτής να περάσει σε ρόλο πιο ισότιμο, συντονιστικό και ενθαρρυντικό.
-
Η ανάπτυξη ουσιαστικής επικοινωνίας ανάμεσα στα μέλη, και η εν γένει εξέλιξη της ομάδας σαν σύνολο, γίνεται μέσα από τον «δημιουργικό διάλογο». Η έννοια του δημιουργικού διαλόγου σημαίνει ότι η άποψη ενός μέλους αποτελεί μία θέση, η άποψη άλλου μέλους αποτελεί πιθανώς αντί-θέση και, μέσα από την συναλλαγή των μελών θα προκύψει η σύνθεση. Η τελευταία αυτή άποψη θα αποτελέσει νέα θέση, που θα οδηγήσει σε νέα αντίθεση και σύνθεση κλπ. Μέσα από τον δημιουργικό διάλογο η θέση και η αντίθεση οδηγούν σε σύνθεση και εμπλουτισμό και όχι σε διαμάχη και διάλυση. Οι συνθέσεις που προκύπτουν μέσα από δημιουργικούς διαλόγους, στα πλαίσια της ομαδικής διεργασίας, θεωρούμε ότι αποτελούν την σημαντικότερη πηγή μετασχηματιστικής μάθησης και προσωπικής διαφοροποίησης των μελών της. Έτσι η επίτευξη προσωπικής αλλαγής στα μέλη συμβάλει στην ανάπτυξη της ομάδας σαν σύστημα, ενώ η ανάπτυξη της ομάδας συμβάλει στην διαφοροποίηση των μελών της.
10. Ποιος είναι ο ρόλος του επόπτη – εκπαιδευτή στην εφαρμογή της Διαλεκτικής – Συστημικής προσέγγισης;
-
Ο εκπαιδευτής εξασφαλίζει τις αναγκαίες ρυθμιστικές διαδικασίες που δίνουν ζωή και κίνηση στην ομάδα, ενώ η ηγετική του αποτελεσματικότητα είναι ευθέως ανάλογη με την ικανότητά του να ενεργοποιεί τις αυτοηγετικές ικανότητες των μελών της ομάδας.
-
Δρα καταλυτικά / ρυθμιστικά. Διευκολύνει την συμμετοχή όλων των μελών στον δημιουργικό διάλογο, ώστε οι διαφορετικές απόψεις, θεωρούμενες «εσωτερικές φωνές» της ομάδας, να συμβάλουν ισότιμα στην παραγωγή μάθησης.
-
Με κατάλληλες παρεμβάσεις ρυθμίζει την διεργασία της ομάδας, ώστε να διαμορφώνει τους λειτουργικούς της στόχους και, στην συνέχεια να παραμένει προσηλωμένη σε αυτούς.
-
Στην αρχή της εκπαιδευτικής διαδικασίας συμβάλει στην ανάπτυξη μιας αρχικής «γνωριμίας» με εμπιστοσύνη και εξοικείωση ανάμεσα στα μέλη της ομάδας, καταλύσει δηλαδή την «δημιουργία συστήματος» (system forming) στην ομάδα. Για τον σκοπό αυτόν χρησιμοποιεί τεχνικές της βιωματικής εκπαίδευσης, όπως είναι ο χωρισμός των μελών της ομάδας σε ζευγάρια ή τριάδες, η εκτέλεση απλών ασκήσεων γνωριμίας και, στην συνέχεια, το μοίρασμα από κάθε μικρή ομάδα (όχι από κάθε άτομο) σκέψεων και συναισθημάτων στην ολομέλεια. Μέσα στις μικρές ομάδες μπορεί να δημιουργηθεί ένα αρχικό επίπεδο εμπιστοσύνης, να αξιοποιηθούν οι απόψεις και οι εμπειρίες κάθε μέλους (ακόμη και των μελών που διστάζουν ή δυσκολεύονται να εκφραστούν προσωπικά στην ολομέλεια), να αναπτυχθούν οι πρώτες συνθέσεις, που, με την σειρά τους θα συμβάλουν στην ανάδυση μιας πλουσιότερης ποιοτικά συνθετικής διεργασίας στην ολομέλεια.
-
Στην διάρκεια της εκπαίδευσης ή της εποπτείας ο επόπτης παρακολουθεί την ροή των σκέψεων και συναισθημάτων των εκπαιδευομένων του, ενώ παράλληλα διατηρεί ενημερότητα για τις αντίστοιχες προσωπικές του αντιδράσεις. Με τον τρόπο αυτόν παραμένει συντονισμένος με το συγκινησιακό κλίμα, που αναπτύσσεται μέσα στην ομάδα, και συμβάλλει αποτελεσματικότερα στην κατάλληλη ρύθμισή του.
-
Το πλαίσιο, μέσα στο οποίο διεξάγεται η εποπτεία, ή η εκπαίδευση, δεν αποτελείται από την απλή συνάθροιση του επόπτη, του θεραπευτή και των θεραπευόμενων, αλλά δημιουργείται σαν ένα δυναμικό σύστημα αλληλεπιδράσεων των ανωτέρω παραγόντων, λαμβάνοντας πάντοτε υπόψιν και το υπερσύστημα της διαδικασίας (πχ τον οργανισμό, που ζητάει την διεξαγωγή εποπτείας). στην διάρκεια της εποπτικής διαδικασίας η συναλλακτική αυτή αλληλεπίδραση αναπτύσσεται ανάμεσα στον εκπαιδευτή ή τον επόπτη, ενώ σε αυτήν συμμετέχει έμμεσα και η αλληλεπίδραση που έχει ήδη δημιουργηθεί ανάμεσα στον θεραπευτή και του θεραπευομένους του (άτομο, ζευγάρι, οικογένεια, ομάδα). Ο επόπτης χρειάζεται να παραμένει ενήμερος ότι τα συναισθήματα, οι σκέψεις και οι αναμνήσεις, που του γεννιόνται στην διάρκεια της εποπτείας, σχετίζονται με την δυναμική αλληλεπίδραση όλων των ανωτέρω παραγόντων. Η ενημερότητα αυτής της συνεχούς δυναμικής αλληλεπίδρασης ιδεών και συγκινησιακών καταστάσεων εκ μέρους του επόπτη, μπορεί και πρέπει να αξιοποιείται για την βαθύτερη κατανόηση των θεμάτων που προκύπτουν στην διάρκεια της εποπτείας ή της βιωματικής εκπαίδευσης, ώστε η μάθηση που προκύπτει να είναι ουσιαστική, άρα «μετασχηματιστική» (transformative) για όλους, θεραπευόμενους, θεραπευτή, αλλά και για τον επόπτη. Έτσι ώστε όλες οι πλευρές του συστήματος της εποπτείας ή της βιωματικής εκπαίδευσης να βρίσκονται σε διαδικασία συντονισμού και «συνεξέλιξης».
11. Τι εννοούμε με τον όρο “βιωματική μάθηση” ή “βιωματική εκπαίδευση”;
Με τον όρο «βιωματική μάθηση» εννοούμε ότι:
-
Οι εκπαιδευόμενοι δεν λειτουργούν σαν παθητικοί δέκτες πληροφοριών, αλλά συμμετέχουν ενεργητικά στις εκπαιδευτικές δραστηριότητες: α) Με συμμετοχή σε κατάλληλα σχεδιασμένες ασκήσεις (οι οποίες πχ. περιλαμβάνουν προσομοίωση ρόλων)∙ β) με κατάθεση συναισθημάτων και προσωπικών εμπειριών και∙ γ) με επεξεργασία των θεμάτων μέσα σε μικρές ομάδες και κατάθεση – συζήτηση θέσεων και ερωτήσεων στην ολομέλεια.
-
Συμμετέχοντας στην βιωματική εκπαιδευτική διαδικασία οι εκπαιδευόμενοι: α) μαθαίνουν δρώντας∙ β) μαθαίνουν από τις συγκινησιακές αντιδράσεις, που τα ερεθίσματα τους προκαλούν∙ γ) μαθαίνουν από την συναλλαγή τους μέσα στην μικρή ομάδα και∙ δ) μαθαίνουν μπαίνοντας στην θέση του άλλου, μπαίνοντας δηλαδή σε ρόλους. Ή, όπως έχει αναφερθεί αλλού, οι εκπαιδευόμενοι αντλούν νόημα μέσα από την εμπειρία και την δράση.
-
Αναπτύσσεται ομαδική διεργασία ανάμεσα στους εκπαιδευόμενους. Δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην σταδιακή ανάπτυξη εμπιστοσύνης και οικειότητας ανάμεσα στα μέλη της ομάδας των εκπαιδευομένων στην διάρκεια των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων. Το γεγονός αυτό επιτρέπει την ανάπτυξη συνεργασίας ανάμεσα στους εκπαιδευόμενους, η οποία καθιστά ευκολότερη την ενεργό συμμετοχή και την έκθεση προσωπικών σκέψεων και συναισθημάτων. Παράλληλα η συμμετοχή στην ανάπτυξη ομαδικής διεργασίας εκ μέρους των εκπαιδευομένων αποτελεί καθεαυτή σημαντική (ίσως την σημαντικότερη) εκπαιδευτική εμπειρία, αφού, μέσα από αυτήν ο κάθε εκπαιδευόμενος επιτυγχάνει βιωματική μάθηση σύμφωνα με τις ανάγκες του, το μόνο είδος μάθησης που επιτρέπει ουσιαστική αλλαγή στον εργασιακό, αλλά και στον προσωπικό του χώρο.
-
Προκειμένου να γίνεται δυνατή η ανάπτυξη ομαδικότητας ανάμεσα στους εκπαιδευόμενους, είναι αναγκαίο και οι εκπαιδευτές (καθώς και οι διοργανωτές), που συμμετέχουν σε κάθε σεμινάριο, να φροντίζουν αντίστοιχα για την ανάπτυξη ομαδικότητας και συνεργατικότητας μεταξύ τους. Έτσι η λειτουργία της ομάδας των εκπαιδευτών γίνεται πρότυπο για τους εκπαιδευόμενους, που έχουν την ευκαιρία να διαπιστώνουν πώς οι εκπαιδευτές επικοινωνούν μεταξύ τους στην διάρκεια του εκπαιδευτικού προγράμματος (αλλά και εκτός αυτού συχνά) και πώς αναπτύσσουν την συνεργασία τους μέσα σε κλίμα εμπιστοσύνης, επιλύοντας και τις οποιεσδήποτε διαφορές που αναφύονται μεταξύ τους.
-
Αξιοποιείται η ανατροφοδότηση. Στην διάρκεια του σχεδιασμού μιας εκπαιδευτικής διαδικασία μπορεί να έχει ετοιμαστεί ένα πρόγραμμα θεμάτων για επεξεργασία. Το πρόγραμμα όμως αυτό τροποποιείται και εμπλουτίζεται ανάλογα με τις ανάγκες των εκπαιδευομένων, όπως προκύπτουν στην διάρκεια του εκπαίδευσης. Για τον εντοπισμό των αναγκών αυτών αξιοποιούνται αφενός οι τοποθετήσεις και τα ερωτήματα που καταθέτουν είτε ατομικά, είτε κυρίως μέσα από τις συζητήσεις σε μικρές ομάδες, και, αφετέρου η καθημερινή ανάλυση της διεργασίας της ομάδας τους, που προκύπτει μέσα από την μελέτη της συγκινησιακής αλληλεπίδρασης, καθώς και της λεκτικής και εξωλεκτικής επικοινωνίας, που αναπτύσσουν μεταξύ τους και με τους εκπαιδευτές. Έτσι γίνεται προσπάθεια, ώστε η ροή και το περιεχόμενο κάθε προγράμματος να ανταποκρίνονται συνεχώς στις ανάγκες των εκπαιδευομένων.
12. Πηγές για περαιτέρω μελέτη:
-
APA Guidelines for Clinical Supervision in Health Service Psychology. American Psychological Association, 2014. https://www.apa.org/about/policy/guidelines-supervision.pdf.
-
Best Practice Standards in Social Work Supervision. U.S. National Association of Social Workers, 2013. https://www.socialworkers.org/LinkClick.aspx?fileticket=GBrLbl4BuwI%3D&portalid=0
-
Caplan G.: Types of Mental Health Consultation. American Journal of Orthopsychiatry, vol. 33, no 3, pp. 470-481, 1964.
-
Hess A.K., Hess K.D. and Hess T.H. (eds): Psychotherapy Supervision, Theory, Research and Practice. John Wiley & Sons, Inc. 2008.
-
Human Resources and Training in Mental Health. World Health Organization, 2005. https://www.who.int/mental_health/policy/services/essentialpackage1v9/en/
-
Elkaim M.: Resonance in Supervision and Training. Human Systems, vol. 19, issue 1, pp.16-25.
-
Lonneman Doroff T.D.: Supervision in applied counseling settings: a socially constructed grounded theory. University of Northern Colorado, Dissertations, 197, 2012. https://digscholarship.unco.edu/dissertations/197
-
Polemi – Todoulou M.: The Athenian Institute of Anthropos. In: Lebow J.L. et al. (eds.): Encyclopedia of Couple and Family Therapy. Springer Intern. Publ. AG 2018. https://doi.org/10.1007/978-3-319-15877-8_980-1
-
Polemi – Todoulou M.: Systemic – Dialectic – Multilevel – Multifocal Approach. In: Lebow J.L. et al. (eds.): Encyclopedia of Couple and Family Therapy. Springer Intern. Publ. AG 2018. https://doi.org/10.1007/978-3-319-15877-8_983-1
-
Polychroni K., Gournas G. & Sakkas D.: Actualizing Inner Voices and the Group Process: Experiential Systemic Training in Personal Development. Human Systems, 19: 26 – 43, 2008.
-
Schlippe, Arist von and Schweitzer J.: Εγχειρίδιο της Συστημικής Θεραπείας και Συμβουλευτικής, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2008, σελ. 253-273.
-
Vassiliou G. & Vassiliou V. On the Diogenes Search: Outlining a Dialectic – Systemic Approach concerning the functioning of Anthropos and Suprasystems. In Pines M. (Ed.): The Evaluation of Group Analysis. Routler & Kegan, London, 1983.
-
Βασιλείου Γ.Α. Ο Άνθρωπος σαν Σύστημα. Μια παρουσίαση για τον Παιδοψυχίατρο. Στο: Τσιάντης Γ. και Μανωλόπουλος Σ. (εκδ.): Σύγχρονα Θέματα Παιδοψυχιατρικής, Καστανιώτης, 1988, τόμος 1, ΙΙΙ, 259 – 274.
-
Βασσάρα Μ.: Η εποπτεία στη συμβουλευτική και την ψυχοθεραπεία: Μια ποιοτική έρευνα για την εφαρμογή της στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, τμήμα Εκπαίδευσης και Κοινωνικής Πολιτικής, μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών, Θεσσαλονίκη, 2016.