Ο κυκλος ζωης της οικογενειας
Πορείες σε αλληλεπίδραση

Σαν πρόλογος
Θέση προλόγου ας έχει ένα μικρό ποίημα που άκουσα στο ραδιόφωνο πριν χρόνια. Οι στίχοι του θα εξηγηθούν στην συνέχεια του κειμένου αυτού. Το ποίημα είναι το εξής:
“Γεννιόμαστε παιδιά των γονιών μας
Όταν ενηλικιωνόμαστε, γινόμαστε γονείς του εαυτού μας
Κάνουμε οικογένεια και γινόμαστε γονείς των παιδιών μας
Και όταν αποπαιδώνουμε γινόμαστε γονείς των γονιών μας”
Και το συμπλήρωσα εγώ λιγάκι γράφοντας: “Βαδίζοντας προς το τέλος της ζωής, ελπίζουμε να γίνουμε παιδιά των παιδιών μας και να πεθάνουμε στην αγκαλιά τους...”
- 1η Ερώτηση: Τι εννοούμε με τον όρο «πορείες σε αλληλεπίδραση»;
Είμαστε μέλη οικογενειών, αλλά όχι μόνον. Είμαστε ανεξάρτητα άτομα, είμαστε μέλη ζευγαριών, είμαστε παιδιά των γονιών μας και γονείς των παιδιών μας, είμαστε εργαζόμενοι κλπ. Και όλοι αυτοί οι ρόλοι εντάσσονται στα πλαίσια της βασικής κοινωνικής ομάδας που ονομάζουμε «Οικογένεια». Επιπλέον η Οικογένεια, σαν σύνολο, αποτελείται από διαφορετικά πρόσωπα, γονείς, παιδιά, παππούδες κλπ., το καθένα από τα οποία ακολουθεί την δική του πορεία στην διάρκεια της ζωής του. Θα προσεγγίσουμε λοιπόν το θέμα της εξέλιξης της Οικογένειας σαν την αλληλεπίδραση πολλών διαπλεκόμενων εξελικτικών γραμμών: Της εξέλιξης του παιδιού, του ζευγαριού, των γονέων, του συνόλου.
- 2η Ερώτηση: Μπορούμε να χωρίσουμε την εξέλιξη της Οικογένειας σε διαφορετικές φάσεις;
Μπορούμε να ξεχωρίσουμε τις εξής εξελικτικές φάσεις της Οικογενειακής ζωής:
α) Η φάση της προετοιμασίας της Οικογένειας, που περιλαμβάνει την φάση του Αυτόνομου Ενήλικα και την ανάπτυξη του Ζευγαριού.
β) Η πλήρης ανάπτυξη της Οικογένειας, δηλαδή η Οικογένειας με παιδιά νεογέννητα, προσχολικής, σχολικής και εφηβικής ηλικίας.
γ) Η Οικογένεια μετά της Αποπαίδωση, που περιλαμβάνει και την περίοδο του γήρατος των γονέων.
- 3η Ερώτηση: Τι εννοούμε με τον όρο «Αυτόνομος Νέος Ενήλικας»;
Ο όρος αυτός ουσιαστικά περιλαμβάνει την διαδικασία της Ενηλικίωσης, η οποία μέσα στο ιδιαίτερα πολύπλοκο κοινωνικό περιβάλλον της εποχής μας και χωρίς την παρουσία του καθοριστικού ρόλου, που έπαιζε μέχρι πρότινος η Κοινότητα, έχει γίνει υπόθεση κυρίως προσωπική, περιπετειώδης και επισφαλής. Για να μπορέσει δηλαδή ο νέος άνθρωπος να ενταχθεί λειτουργικά στην σημερινή κοινωνία και να δημιουργήσει την δική του οικογένεια, χρειάζεται να έχει κατακτήσει μια σειρά από δεξιότητες, που θα του επιτρέψουν να λειτουργήσει σαν αυτοδύναμη, αυτό-οριοθετημένη οντότητα, ικανή να επιλέγει και να αξιοποιεί πολύπλοκα ερεθίσματα χωρίς να αποδιοργανώνεται. Στην φάση λοιπόν αυτή:
α) Ο νέος άνθρωπος ολοκληρώνει την γνωστική και συγκινησιακή του διαφοροποίηση σε σχέση με την οικογένεια καταγωγής. Αποχωρίζεται τους γονείς, χωρίς να καταφύγει σε κάποιο συναισθηματικό τους υποκατάστατο, και χωρίς να αποκοπεί από αυτούς, αλλά αντίθετα ενισχύοντας τον συναισθηματικό δεσμό μαζί τους. Μαθαίνει να αποδέχεται τους γονείς του όπως είναι χωρίς να επιδιώκει να τους αλλάξει, και καταφέρνει να κερδίσει τον σεβασμό τους ανεξάρτητα από τις προσωπικές του επιλογές.
β) Αναπτύσσει αμοιβαία ικανοποιητικές σχέσεις με συνομηλίκους, με διάφορους βαθμούς κοντινότητας (φιλικές, συνεργατικές, συντροφικές). Αναζητά ερωτικό σύντροφο, εξετάζει και διαπραγματεύεται μαζί του τις διάφορες πλευρές της συντροφικότητας, πριν προχωρήσει στην δημιουργία νέας οικογένειας.
γ) Επιλέγει επαγγελματική απασχόληση, και γενικότερα τρόπο ζωής, που δεν ικανοποιεί μόνο την ανάγκη του για επιβίωση, αλλά του επιτρέπει να εκφράζει την δημιουργικότητά του.
Τελικά μέσα από την φάση του αδέσμευτου ενήλικα ο νέος άνθρωπος δομεί στέρεη και ξεκάθαρη ενήλικη ταυτότητα, μπορεί δηλαδή να δίνει απάντηση στο ερώτημα “ποιος είμαι, πού πάω και γιατί”. Και μαθαίνει να εμπιστεύεται τις δυνάμεις του. Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας αυτής της εξελικτικής περιόδου συνίσταται στην ύπαρξη δύο, εκ πρώτης όψεως, αντιφατικών στόχων: Της προσπάθειας δημιουργίας μιας γερά θεμελιωμένης και σταθερής προσωπικής ζωής, και στην αναζήτηση και διεύρυνση του ορίζοντα, ενώ παράλληλα αναβάλλονται οι οποιεσδήποτε μόνιμες δεσμεύσεις, σε προσωπικό τουλάχιστον επίπεδο.
- 4η ερώτηση: Πώς εξελίχθηκε η προσπάθεια ανεξαρτοποίησης τα τελευταία χρόνια;
Στην οικογένεια του παρελθόντος δεν υπήρχε χώρος για ανεξαρτησία και ατομικότητα, όπως την εννοούμε σήμερα. Ο γάμος και η απόκτηση παιδιών ήταν περισσότερο υπόθεση της ευρύτερης οικογένειας και λιγότερο του ζευγαριού, ενώ ο βασικός στόχος ήταν η προώθηση των αναγκών της ομάδας, δηλαδή της Κοινότητας. Δεν υπήρχε μεγάλο περιθώριο για ανάληψη ατομικών πρωτοβουλιών. Παρόλα αυτά ο νέος άντρας είχε την δυνατότητα απομάκρυνσης από την οικογένεια καταγωγής και την κάποια επιλογή διαφορετικού τρόπου ζωής, στο επαγγελματικό τουλάχιστον επίπεδο. Αυτό συχνά σήμαινε κοινωνική καταξίωση και πρόοδο για όλη την οικογένεια. Αντίθετα οι γυναίκες στην ιστορία τους έχουν στερηθεί το πιο βασικό σκαλοπάτι της αυτοδύναμης ενήλικης εξέλιξης, περνώντας από τα χέρια των γονιών στα χέρια του συζύγου και της πεθεράς. Σύγχρονα ερευνητικά δεδομένα δείχνουν ότι βρισκόμαστε μπροστά στις πρώτες γενιές γυναικών, που εκφράζουν την απαίτηση να βιώσουν ουσιαστικά αυτή την πρώτη φάση του ενήλικου κύκλου ζωής.
- 5η ερώτηση: Τι δυσκολεύει στην εποχή μας τους νέους να ολοκληρώσουν το πέρασμα από την εφηβεία στην αυτοδύναμη ενηλικιότητα;
Βιολογικά η εφηβεία ολοκληρώνεται γύρω στο 18ο έτος. Ψυχοκοινωνικά όμως η αυτοδυναμία επιτυγχάνεται συχνά πολύ αργότερα, στα 27 ή και 30 χρόνια της ζωής. Η καθυστέρηση αυτή αφορά ιδίως τις σύγχρονες «δυτικές» κοινωνίες. Μεταξύ των αιτίων είναι και τα εξής:
α. Η ανάγκη για παράταση της ακαδημαϊκής εκπαίδευσης, προκειμένου οι νέοι να είναι ικανοί για όλο και πιο εξειδικευμένες εργασίες.
β. Οι συνθήκες κοινωνικο-οικονομικής κρίσης, που καθιστούν την εύρεση εργασίας δυσκολότερη.
γ. Η ανάγκη πολλών γονέων να κρατούν τα παιδιά κοντά τους περισσότερα χρόνια από ότι στο παρελθόν, για την κάλυψη δικών τους υπαρξιακών αναγκών. Αυτό ισχύει συχνότερα σε παιδοκεντρικού τύπου οικογένειες, όπου η συζυγική (ζευγαρική) σχέση έχει υποβαθμιστεί, ενώ οι γονεϊκοί ρόλοι υπερτονίζονται.
δ. Η απροθυμία πολλών νέων να προχωρήσουν σε δημιουργία δικής τους οικογένειας, επειδή φοβούνται αφενός ότι δεν θα καταφέρουν να διατηρήσουν μια σταθερή συντροφική σχέση, και αφετέρου τις οικονομικές και ψυχοκοινωνικές ευθύνες, που συνεπάγεται η γέννηση και η ανατροφή παιδιών.
- 6η ερώτηση: Πώς μπορεί να συμβάλει η οικογένεια στην αυτονόμηση των νέων;
Η οικογένεια μπορεί να συμβάλει στην ολοκλήρωση των βημάτων του νέου ανθρώπου προς την αυτοδυναμία. Χρειάζεται οι γονείς να αποδεχτούν τον αποχωρισμό του παιδιού τους ενισχύοντας παράλληλα τον συναισθηματικό σύνδεσμο μαζί του, να αναγνωρίσουν την διαφορετικότητά του και να αποδεχθούν προσωπικές του επιλογές, με τις οποίες πιθανώς δεν θα συμφωνούν. Παράλληλα οι γονείς ζώντας την περίοδο της προσωπικής τους ωριμότητας και, σαν οικογένεια, την φάση της αποπαίδωσης, έχουν να αντιμετωπίσουν καινούργιες ανάγκες (πχ θέματα υγείας ή την ανάγκη να φροντίσουν τους δικούς τους γονείς), αλλά και να αξιοποιήσουν πολλές καινούργιες δυνατότητες, που έχουν να κάνουν και με την μείωση των υποχρεώσεων προς τα παιδιά τους (πχ να ζήσουν έναν δεύτερο μήνα του μέλιτος ξαναζωντανεύοντας έτσι την συντροφική τους σχέση). Είναι προφανές ότι οι γονείς που έχουν επεξεργαστεί ικανοποιητικά τα θέματα του αποχωρισμού, της οικειότητας και της αυτονόμησης, με τις δικές τους γονεϊκές οικογένειες, θα είναι περισσότερο βοηθητικοί προς τα παιδιά τους.
- 7η ερώτηση: Ποιες είναι οι καλύτερες προϋποθέσεις για την δημιουργία νέου ζευγαριού;
Η δημιουργία του νέου ζευγαριού – ή του νέου “Εμείς” όπως θα μπορούσαμε επίσης να το ονομάσουμε – ξεκινάει με τους καλύτερους δυνατούς οιωνούς, εάν οι δύο νέοι σύντροφοι έχουν καταφέρει να εκπληρώσουν αρκετά ικανοποιητικά τις λειτουργικές απαιτήσεις της προηγούμενης φάσης ανάπτυξής τους, έχουν καταφέρει δηλαδή να διαφοροποιηθούν και να αυτονομηθούν αρκετά σε σχέση με την γονεϊκή τους οικογένεια. Αν δεν έχει γίνει αυτό, τότε το Εμείς σηκώνει μεγάλο βάρος. Γιατί τότε ο ένας σύζυγος παίρνει και τη θέση του γονιού για τον άλλον, ενώ μέσα στο Εμείς αναζητούν απαντήσεις σε προσωπικά – ατομικά – υπαρξιακά ερωτήματα, που ανήκουν σε προηγούμενες φάσεις της προσωπικής τους ανάπτυξης.
- 8η ερώτηση: Πώς διαλέγουμε σήμερα σύντροφο; Τι διαφορές υπάρχουν σε σχέση με το παρελθόν;
Στο παρελθόν η οικογένεια, στον δικό μας κοινωνικό χώρο τουλάχιστον, εντασσόταν σε ένα κοινοτικό και κοινωνικο – πολιτισμικό πλαίσιο, που ήταν σταθερό και, με κάποιον τρόπο επέβαλε σαφείς κανόνες λειτουργίας, ενώ παρείχε υποστήριξη σε όποια προβλήματα παρουσιάζονταν στα πλαίσια της οικογενειακής ζωής. Οι σύντροφοι, που αποτελούσαν ένα νέο ζευγάρι, επιλέγονταν συνήθως από μέλη της ευρύτερης οικογένειας, με κριτήρια που αφορούσαν την επιβίωση της μελλοντικής οικογένειας, αλλά και της ευρύτερης κοινότητας. Έτσι και ο προσωπικός βαθμός ικανοποίησης από την συντροφικότητα στηριζόταν σε αντίστοιχα κριτήρια επιβίωσης των συντρόφων, δηλαδή στην εξασφάλιση οικονομικών πόρων και την αντιμετώπιση εξωτερικών κινδύνων εκ μέρους του συζύγου, καθώς και την φροντίδα του νοικοκυριού και των μελών της οικογένειας (καθαριότητα, παρασκευή φαγητού κλπ) από την σύζυγο.
Τα τελευταία χρόνια, που στην χώρα μας αντιστοιχούν στην περίοδο μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, καθώς και τον εμφύλιο πόλεμο που ακολούθησε, η ζωή αστικοποιείται, ενώ δίνεται όλο και μεγαλύτερη έμφαση στην ανάπτυξη της ατομικότητας και της ατομικής ανεξαρτησίας. Έτσι αφενός οι νέοι άνθρωποι βλέπουν συχνά την δημιουργία σταθερής σχέσης σαν μια, μερική τουλάχιστον, στέρηση της ελευθερίας τους, ενώ αφετέρου πέφτει όλο και μεγαλύτερο βάρος στην λειτουργία του ζευγαριού για την διατήρηση της οικογενειακής σταθερότητας και την αποτελεσματική γονεϊκή λειτουργία. Παράλληλα το βασικό κριτήριο ικανοποίησης από την συντροφική σχέση σχετίζεται πλέον με την ικανοποιητική επικοινωνία μέσα στο ζευγάρι. Σήμερα διαλέγουμε μόνοι τους συντρόφους μας και το σημαντικότερο ίσως κριτήριο επιλογής καταρχήν είναι ο Έρωτας.
Συχνά ονομάζουμε την ερωτική έλξη “αγάπη”. Μπορεί να εξελιχθεί σε αγάπη, αλλά δεν ταυτίζεται απαραίτητα με αυτήν. Μας έλκει ένα άτομο, που περιμένουμε να μας ικανοποιήσει ένα σύνολο αναγκών, συνειδητών και ασυνείδητων. Θέλουμε να «μπορούμε να συννενοηθούμε» με τον άλλον, προσδοκούμε να έχουμε σεξουαλική ευχαρίστηση, να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε μια σταθερή συντροφική και οικογενειακή σχέση, μας απασχολούν κοινωνικοί και οικονομικοί παράγοντες κλπ. Υπόγεια όμως δρουν και οι ασυνείδητες ανάγκες, όπως διαμορφώθηκαν, ικανοποιήθηκαν ή ματαιώθηκαν στις σχέσεις με τους γονείς μας στην παιδική μας ηλικία. Φαίνεται ότι η επιλογή συντρόφου στηρίζεται κατ' αρχήν στην προθυμία και ικανότητα του άλλου να καλύψει αυτές ακριβώς τις ασυνείδητες ανάγκες μας, που με κάποιον τρόπο προβάλουμε επάνω του. Φαίνεται επίσης ότι επιλέγουμε σύντροφο που βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο ψυχολογικής ωριμότητας με εμάς, αλλά που με κάποιον τρόπο μπορεί επίσης να συμπληρώνει τα κενά μας. Συνήθως επιλέγουμε σύντροφο, γιατί μας συμπληρώνει και όχι γιατί μας μοιάζει. Το γεγονός αυτό κάνει την σχέση του ζευγαριού (όπως και κάθε σχέση) πηγή ουσιαστικής μάθησης για τα μέλη της, αρκεί να είμαστε πρόθυμοι να αναπτύξουμε ουσιαστικό διάλογο με τον άλλον και να μην εγκαταλείπουμε με την πρώτη δυσκολία την προσπάθεια, πιστεύοντας ότι “δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε” ή “δεν μας καταλαβαίνει”. Συνήθως “δεν μπορούμε πλέον να συνεννοηθούμε”, γιατί δεν προσπαθήσαμε αρκετά να βρούμε τον κατάλληλο τρόπο. Πάντως φαίνεται ότι, αν έχουμε πάρει αρκετή αγάπη στην παιδική μας ηλικία και αν έχουμε καταφέρει να ολοκληρώσουμε ικανοποιητικά την συγκινησιακή μας διαφοροποίηση από την γονική μας οικογένεια, τότε καταφέρνουμε να δημιουργήσουμε σταθερή σχέση που βασίζεται στην πραγματικότητα και όχι σε εξωπραγματικές προσδοκίες που γρήγορα διαψεύδονται, με αποτέλεσμα την απογοήτευση από τον άλλον που δεν κατόρθωσε να τις επαληθεύσει.
- 9η ερώτηση: Ποιες είναι οι προϋποθέσεις ανάπτυξης «ταυτότητας ζεύγους»;
Οι δύο νέοι άνθρωποι χρειάζεται:
(α) Να τροποποιήσουν και να επαναδιαπραγματευθούν ο καθένας τις σχέσεις του με γονείς, συγγενείς και φίλους. Πριν παντρευτεί ο σύζυγος μπορεί να έτρωγε κάποιες Κυριακές μεσημέρι στο σπίτι των γονιών του. Τώρα ή θα επισκεφθούν τους γονείς με την σύζυγο, ή θα έλθουν οι γονείς στο σπίτι τους ή θα κάνουν κάτι άλλο. Οι φίλοι και οι γνωστοί αρχίζουν να αναγνωρίζουν τους δύο, σαν ζευγάρι πλέον.
(β) Να αναπτύξουν σεξουαλική σχέση αμοιβαία ικανοποιητική, που να διαρκεί στο χρόνο.
(γ) Να αναπτύξουν ένα κοινό σύστημα επικοινωνίας. Να δημιουργήσουν μια κοινή γλώσσα μεταξύ τους, που θα την εξελίσσουν ανάλογα με τις ανάγκες του, ώστε να κατανοούν ο ένας τα λόγια και τις συμπεριφορές του άλλου. Αξίζει να τονίσουμε εδώ ότι το μήνυμα που εκπέμπουμε, λεκτικά ή εξωλεκτικά, δηλαδή με νοήματα, εκφράσεις, ματιές κλπ, δεν είναι υποχρεωτικά αυτό που λαμβάνεται από τον άλλον. Προκειμένου να αναπτυχθεί μια οικεία σχέση, το πρόβλημα αυτό χρειάζεται κάπως να λυθεί. Γι' αυτό χρειάζεται το ζευγάρι να αρχίσει να αναπτύσσει αμοιβαία κατανοητούς κώδικες επικοινωνίας.
(δ) Να αναπτύξουν αμοιβαία ικανοποιητικούς τρόπους επικοινωνίας με συγγενείς και φίλους.
(ε) Να αναπτύξουν αμοιβαία ικανοποιητικούς τρόπους και στάσεις προσέγγισης της επαγγελματικής τους ζωής. Στην εποχής μας, που άντρες και γυναίκες εργαζόμαστε και συχνά κάνουμε καριέρες, δηλαδή ενδιαφερόμαστε με πολλούς τρόπους για την πρόοδο στην εργασία μας, το θέμα της “διπλής καριέρας” ταλαιπωρεί πολλά ζευγάρια. Τέτοια θέματα είναι καλό να έχουν λυθεί πριν αποφασίσουν να κάνουν παιδιά, οπότε θα έχουν να αντιμετωπίσουν καινούργιες ανάγκες, εκτός από τις προσωπικές τους.
- 10η ερώτηση: Από ποιες φάσεις περνάει η ζωή του ζευγαριού;
Η πρώτη φάση στην δημιουργία του Εμείς στηρίζεται στις ομοιότητες των δύο συντρόφων. Επιθυμούν να είναι μαζί. Η σχέση τους στην περίοδο αυτήν στηρίζεται σε κοινά σημεία (πχ τους αρέσουν οι ίδιες κινηματογραφικές ταινίες, οι ίδιες τηλεοπτικές σειρές, η ίδια μουσική). Και οι δύο παραβλέπουν τις διαφορές τους προσπαθώντας να δείξουν τον καλύτερο εαυτό τους ο ένας στον άλλον. Και οι δύο προσπαθούν να προσαρμόζουν τον τρόπο της ζωής τους έτσι ώστε η ζωή του ενός να ταιριάζει με την ζωή του άλλου. Αυτή είναι η πρώτη φάση στη ζωή του ζευγαριού, που μπορούμε να ονομάσουμε "μήνα του μέλιτος" ή, αλλιώς, πρώτη προσπάθεια συντονισμού.
Ο μήνας του μέλιτος όμως κάποτε τελειώνει και αρχίζουν να εμφανίζονται οι διαφορές. Την Κυριακή ο σύζυγος θέλει να πάει στο μπάσκετ και η σύζυγος θέλει θέατρο. Ο ένας θέλει το φαγητό με πολύ πιπέρι και ο άλλος με πολύ αλάτι κλπ. Σταδιακά το ζευγάρι δίνει μεγαλύτερη έμφαση στις διαφορές και μικρότερη στα κοινά. Τότε το Εμείς χαλαρώνει. Οι σύζυγοι κοιτάζουν περισσότερο την καριέρα τους ή ο άντρας την καριέρα και η γυναίκα τα παιδιά, τότε κάποια μικροελαττώματα του ενός γίνονται ανυπόφορα στον άλλον. Και τότε μπορεί να χωρίσουν. Τι κάνει το ζευγάρι να μένει ενωμένο στην δύσκολη αυτή περίοδο; Το νοιάξιμο, ο συναισθηματικός δεσμός που έχει αναπτυχθεί μέχρι τότε ανάμεσα τους. Το ερώτημα στην περίοδο αυτή είναι: "Τον πονάς τον άλλον;". Αν τον πονάς μένεις και διαπραγματεύεσαι τις διαφορές. Αν δεν τον πονάς, χωρίζεις. Αυτό λοιπόν που κρατάει τον έναν κοντά στον άλλον είναι τα κοινά συναισθήματα, οι κοινές εμπειρίες και το νοιάξιμο. Είναι η Αγάπη, αν έχει αναπτυχθεί. Και αρχίζει η διαπραγμάτευση και η διευκρίνηση. Η καριέρα του συζύγου είναι απαραίτητη. Άρα δεν μπορεί να μένει όλη μέρα στο σπίτι. Αλλά τις ώρες που είναι στο σπίτι είναι κοντά στην οικογένειά του. Τα παιδιά χρειάζονται φροντίδα. Αλλά η υπερβολική φροντίδα αφενός γίνεται εμπόδιο για το μεγάλωμά τους, γιατί τα εμποδίζει να παίρνουν τις πρωτοβουλίες που είναι ικανά ανάλογα με την ηλικία τους και την ανάπτυξή τους, και αφ' ετέρου αποτελεί πρόσχημα και εμπόδιο στο πλησίασμα των δύο συζύγων. Δεν πάνε ποτέ εκδρομές χωρίς τα παιδιά, δεν βγαίνουν ποτέ το βράδυ οι δύο τους, δεν έχουν καιρό για συζήτηση γιατί τα παιδιά έχουν διάβασμα.
Και φτάνουμε έτσι στην τελευταία φάση της κοινής πορείας, όπου η ζωή του ζευγαριού στηρίζεται (α) στα κοινά που τους συνδέουν, (β) στον σεβασμό των διαφορών του ενός από τον άλλον και (γ) στην ενίσχυση του συναισθηματικού δεσμού.
Πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι αυτές τις φάσεις δεν τις περνάει κανείς μία μόνο φορά. Έχουν κυκλική ή, στην καλύτερη περπτωση, σπειροειδή πορεία. Η μία σπείρα διαδέχεται την άλλη σε μία συνεχή αλλαγή και εξέλιξη σύμφωνα με τις ανάγκες των δύο συντρόφων και την εξέλιξη της οικογένειας. Και στις μεταβάσεις συχνά αναπτύσσεται κρίση.
- 11η ερώτηση: Ποιος είναι ο ορισμός της «Οικογένειας»;
Είναι δύσκολο να βρει κανείς έναν ορισμό που να περιλαμβάνει όλα τα οικογενειακά σχήματα, όπως λειτουργούν σήμερα, και να περιγράφει τις λειτουργίες τους με ικανοποιητικό τρόπο. Οι περισσότεροι, όταν αναφέρονται στην την έννοια «Οικογένεια», εννοούν την «πυρηνική» λεγόμενη οικογένεια, που αποτελείται από δύο γονείς και τα παιδιά τους, συνήθως 1– 3. Πολλοί από εμάς όμως δεν ζούμε σε τέτοιου τύπου οικογένειες. Μπορεί να είμαστε μέλη μονογονεϊκών οικογενειών, οικογενειών από ανασύσταση (που αποτελούνται από δύο συζύγους, που έχουν χωρίσει από προηγούμενους γάμους, και τα παιδιά τους από προηγούμενους ή από τον παρόντα γάμο) κλπ. Έτσι τα πράγματα γίνονται όλο και πιο πολύπλοκα στην εποχή μας, με κίνδυνο να γίνουν ασαφή. Ένας ορισμός πάντως, που, παρά την γενικότητά του, καλύπτει ευρύτερα την έννοια, είναι ο εξής: «Η οικογένεια αποτελεί κοινωνική ομάδα με χαρακτηριστικά την κατοίκηση στον ίδιο χώρο, την οικονομική συνεργασία και την αναπαραγωγή».
- 12η ερώτηση: Ποιες είναι οι λειτουργίες της Οικογένειας;
α) Δημιουργεί συγκινησιακό κλίμα, που επιτρέπει έκφραση τρυφερότητας, αλληλοϋποστήριξη, αλληλοφροντίδα, χαλάρωση, αλλά και έκφραση αρνητικών συναισθημάτων (πχ. θυμού), χωρίς να κινδυνεύει να διαλυθεί από αυτά.
β) Παρέχει στα μέλη της ασφάλεια, οριοθέτηση και αίσθηση του ανήκειν (ότι δεν είναι μόνα).
γ) Παρέχει στα μέλη της τα μέσα για επιβίωσης (πχ. τροφή, ενδυμασία).
δ) Παρέχει στα παιδιά ασφάλεια, χώρο για ανεξαρτοποίηση, αλλά και έλεγχο και οριοθέτηση – εκπαίδευση στην επικοινωνία και κοινωνικοποίηση – σεβασμό και εκτίμηση για να αναπτυχθούν ο αυτοσεβασμός και η αυτοεκτίμηση – πρότυπα για ανάπτυξη συντροφικής σχέσης και ερωτικής συμπεριφοράς.
- 13η ερώτηση: Πώς επηρεάζει η εγκυμοσύνη και η γέννηση του πρώτου παιδιού την λειτουργία της οικογένειας;
Η περίοδος της εγκυμοσύνης, ειδικά της πρώτης, απαιτεί από τους συζύγους την αντιμετώπιση μιας ποικιλίας δυσκολιών. Δημιουργούνται καινούρια έξοδα, τίθεται θέμα επαγγελματικής δραστηριότητας της συζύγου, οι ερωτικές σχέσεις αδρανούν, η διαρρύθμιση του σπιτιού αλλάζει, όλα αυτά απαιτούν προσαρμογές που μπορούν να προκαλέσουν συγκρούσεις. Η συζυγική σχέση δοκιμάζεται. Αν έχει βασιστεί μόνο στην φυσική έλξη ή σε επιφανειακές ανάγκες και υστερεί σε συντροφικότητα και επικοινωνία, η εγκυμοσύνη μπορεί να αποτελέσει απειλή για τον γάμο.
Η γέννηση του πρώτου ιδίως μωρού αποτελεί μεγάλη χαρά για την οικογένεια, παράλληλα όμως δημιουργεί νέες δυσκολίες στην σχέση των συζύγων. Αποτελεί δηλαδή μια σημαντική περίοδο κρίσης στην συζυγική σχέση. Η σωματική κούραση περιορίζει την συναισθηματική ενέργεια και ο χρόνος που απορροφά η γονεϊκότητα, περιορίζει τον χρόνο που οι σύζυγοι μπορούν να διαθέτουν ο ένας για τον άλλον. Αν δεν είναι συναισθηματικά μπλοκαρισμένοι, θα αναπτύξουν μια νέα διάσταση στη σχέση τους με το να μοιράζονται τις ανησυχίες, τις αγωνίες, τις στενοχώριες, τους φόβους, αλλά και τις χαρές και την βαθειά ικανοποίηση που περικλείει η ανατροφή των παιδιών.
- 14η ερώτηση: Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της «Οικογένειας με μικρά παιδιά»;
Ας σταθούμε αρχικά στο γεγονός, ότι υπάρχουν και οικογένειες χωρίς παιδιά. Στις περιπτώσεις αυτές η πορεία της οικογένειας σχετίζεται με την εξέλιξη του ζευγαριού, όπως αναφέρθηκε ως τώρα, ενώ πιθανά οι σύζυγοι αναπτύσσουν κάποιες εναλλακτικές σχέσεις, που εν μέρει υποκαθιστούν τον γονεϊκό ρόλο, μέσα από τις οποίες βιώνουν κατά κάποιον τρόπο τις φάσεις εξέλιξης που σχετίζονται με την γονεϊκότητα. Αν πάλι το ζευγάρι αποκτήσει παιδιά, τότε η ανάπτυξη των παιδιών παίζει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της.
Από την στιγμή που γεννιέται το πρώτο παιδί, αρχίζει η φάση της «Οικογένειας με μικρά παιδιά». Το ζευγάρι προσαρμόζεται έτσι ώστε να κάνει χώρο για τα παιδιά, αφού οι σύζυγοι αναλαμβάνουν και γονεϊκό ρόλο. Πρέπει να βρεθεί ο τρόπος, ώστε ο συζυγικός και ο γονεϊκός ρόλος να αλληλοσυμπληρώνονται και να αλληλοεμπλουτίζονται, και όχι να συγκρούονται μεταξύ τους. Η σχέση ανάμεσα στους γονείς αφενός χαλαρώνει για να χωρέσει τα παιδιά και, αφετέρου ισχυροποιείται για να αποτελέσει το υπόβαθρο, πάνω στο οποίο θα αναπτυχθούν οι καινούργιες ζωές. Οι διάφορες φάσεις ανάπτυξης των παιδιών επιδρούν στη ζωή όλης της οικογένειας. Το νεογέννητο βρέφος απορροφά για ένα διάστημα σχεδόν όλη την ενεργητικότητα της μητέρας, που αφοσιώνεται σ' αυτό παρακινημένη και από βιολογικούς λόγους. Η μητέρα ταυτίζεται με πολλούς τρόπους με το μωρό της.
Ο ρόλος του πατέρα στην περίοδο αυτή είναι πιο περίπλοκος. Μπορεί να φροντίσει το βρέφος, όπως και η μητέρα σε πολλές περιπτώσεις, συμπληρώνοντας έτσι τον ρόλο της και παρέχοντάς της χρόνο για ξεκούραση. Μπορεί να στηρίζει την μητέρα στο έργο της και να υποστηρίζει την σχέση της με το παιδί, δημιουργώντας έναν χώρο ασφάλειας γύρω τους. Παράλληλα εκπροσωπεί την οικογένεια στον έξω κόσμο με τις κοινωνικές του ασχολίες, ενώ σταδιακά συνδέεται με το παιδί. Η μητέρα δηλαδή φροντίζει στην φάση αυτή το παιδί, ενώ ο πατέρας φροντίζει το παιδί, την μητέρα, αλλά και την σχέση μητέρας – παιδιού. Παράλληλα ο πατέρας συμβάλει περισσότερο στην ανεξαρτητοποίηση και την αυτονόμηση του παιδιού, σε αντίθεση με την μητέρα, που συχνά έχει την τάση να το κρατάει όσο το δυνατό περισσότερο κοντά της.
Η μελέτη μας από εδώ και μπρος γίνεται πιο πολύπλοκη, γιατί χρειάζεται πλέον να μελετάμε την βιο-ψυχο-κοινωνική ανάπτυξη του παιδιού, την εξέλιξη των γονέων, καθώς και την γενικότερη οικογενειακή ανάπτυξη. Αναφερόμαστε δηλαδή στις εξελικτικές «πορείες σε αλληλεπίδραση», όπως περιγράφονται στην 1η ερώτηση του κειμένου. Όσον αφορά τα πρώτα αναπτυξιακά βήματα του ανθρώπου από την στιγμή της γέννησής του, υπάρχει πληθώρα πληροφοριών και ερευνών, στις οποίες θα αναφερθούμε συνοπτικά στην συνέχεια του κειμένου. Αρχικά θα εστιάσουμε σε τρία σημεία, γενικού ενδιαφέροντος:
1. Τόσο στην διάρκεια της ενδομήτριας ζωής, όσο και μετά την γέννηση, η ανάπτυξη του ανθρώπου εξαρτάται από την αλληλεπίδραση πολλών παραγόντων: Βιολογικών (γενετικός κώδικας, κληρονομικότητα, νευρολογική ωρίμανση, διατροφή, παρουσία χρόνιων νόσων κλπ.), ψυχοκοινωνικών (λειτουργία της οικογένειας, ποιότητα της γονεϊκής λειτουργίας, περιβαλλοντικά ερεθίσματα, σχολική εκπαίδευση κλπ.) και ευρύτερων κοινωνικών, που σχετίζονται με την οργάνωση και λειτουργία της Κοινωνίας, στην οποία είναι ενταγμένη η οικογένεια του συγκεκριμένου παιδιού.
2. Γεννιόμαστε με ορισμένα βασικά κληρονομούμενα χαρακτηριστικά – ίχνη της προσωπικότητάς μας, που εμφανίζονται στον πρώτο χρόνο της ζωής και είναι σχετικά σταθερά. Τα ονομάζουμε «ιδιοσυγκρασία». Δεν υπάρχει ομοφωνία για το ποια είναι αυτά. Μια από τις πιο κατανοητές προτάσεις περιλαμβάνει τα εξής: Συγκινησιακή ευαισθησία (συναισθηματισμός, πόσο εύκολα ανταποκρίνεται κάποιος σε ερεθίσματα, πόσο εύκολα καταπονείται), δραστηριότητα (ενεργητικότητα και γρήγορη ή αργή αντίδραση), στην οποία περιλαμβάνεται και η παρορμητικότητα, κοινωνικότητα (προτίμηση να βρίσκεται κανείς μαζί με άλλους και όχι μόνος). Αξίζει να τονίσουμε ότι τα χαρακτηριστικά της ιδιοσυγκρασίας αποτελούν τάσεις και όχι συγκεκριμένες συμπεριφορές και ότι συχνά είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς σε πιο βαθμό μία συμπεριφορά οφείλεται σε ιδιοσυγκρασιακούς παράγοντες ή σε περιβαλλοντικές επιδράσεις. Κάθε συμπεριφορά σχετίζεται και με τους δύο αυτούς παράγοντες, αλλά δεν είναι εύκολο να διακρίνουμε τις σχετικές αναλογίες.
3. Τα τελευταία χρόνια γίνεται όλο και σπουδαιότερη η κατανόηση της συγκινησιακής προσκόλλησης ή, όπως αλλιώς λέγεται, του δεσμού, δηλαδή της συναισθηματικής εγγύτητας, που αναπτύσσει το νεογέννητο μωρό προς την μητέρα του ή προς οποιοδήποτε άλλο σταθερό πρόσωπο λειτουργεί σαν υποκατάστατό της. Η προσκόλληση υποχωρεί (και διαχέεται) μετά τον 3ο χρόνο της ζωής, περίοδος που θεωρείται η καταλληλότερη για να αρχίσει η προσχολική εκπαίδευση των παιδιών. Η ανάπτυξη ασφαλούς σύνδεσης με τη μητέρα είναι μια από τις βασικές προϋποθέσεις για την ανάπτυξη ικανότητας από το παιδί για εξερεύνηση του περιβάλλοντος χωρίς υπερβολικό άγχος, αναστολή ή απερισκεψία. Η ύπαρξη του σταθερού άλλου είναι αναγκαία για την επιβίωση του μωρού. Η προσκόλληση έχει μελετηθεί εντατικά και έχει αποδειχθεί ότι ισχύει για τον άνθρωπο σε πολλά πολιτισμικά περιβάλλοντα, καθώς και σε όλα τα ζώα και πτηνά στα οποία έχει εξεταστεί. Πειραματικά έχουν βρεθεί τρεις τύποι προσκόλλησης στα ανθρώπινα βρέφη: α) Ασφαλώς συνδεδεμένα. Χρησιμοποιούν τη μητέρα σαν βάση για εξερεύνηση. Αν η μητέρα εξαφανιστεί για λίγο και επιστρέψει, την χρησιμοποιούν σαν πηγή ανακούφισης και επαφής. β) Ανήσυχα/αποφευκτικά. Χρησιμοποιούν τη μητέρα σαν βάση για εξερεύνηση. Αν η μητέρα εξαφανιστεί για λίγο και επιστρέψει, την αποφεύγουν και απομονώνονται. γ) Ανήσυχα/αμφίθυμα. Αντιδρούν στην επανεμφάνιση της μητέρας με θυμό, αναζητώντας αμέσως επαφή και απορρίπτοντας τις προσπάθειες της μητέρας να τα ανακουφίσει.
Φαίνεται ότι η ανάπτυξη όσον το δυνατόν πιο ασφαλούς προσκόλλησης του βρέφους με την μητέρα του ή το υποκατάστατό της, αλλά και με τον πατέρα, τα αδέλφια κλπ, παίζει τεράστιο ρόλο για την ικανότητά μας να αναπτύσσουμε οικείες σχέσεις σε όλη την διάρκεια της ζωής μας, ή για να το θέσω αλλιώς, για την ανάπτυξη και απόλαυση ουσιαστικών κοινωνικών σχέσεων.
- 15η ερώτηση: Ποια είναι τα αναπτυξιακά επιτεύγματα του παιδιού από την γέννηση μέχρι τα πρώτα του γενέθλια;
Ι) Στις πρώτες εβδομάδες της ζωής:
α) Το βρέφος διαθέτει σωματικά χαρακτηριστικά που το κάνουν "χαριτωμένο" και επιθυμητό (babyness). Αφορούν το κεφάλι, που είναι μεγάλο σε σχέση με το σώμα, τα μάτια είναι μεγάλα σε σχέση με το πρόσωπο, το μέτωπο προέχει και τα μάγουλα είναι στρογγυλά και φουσκωτά, ενώ υπάρχει συνήθως από την γέννηση ένα “χαμόγελο”, που στην αρχή δεν έχει καν επικοινωνιακό χαρακτήρα.
β) Αναπτύσσεται η προσκόλληση με την μητέρα.
γ) Το μωρό κάνει βλεμματική επαφή με τη μητέρα από τη γέννηση, στη διάρκεια του θηλασμού (έντονη και από μικρή απόσταση). Οι ρυθμοί του μωρού σταδιακά συντονίζονται με τους βιορυθμούς της μητέρας.
δ) Στις πρώτες 4 – 8 εβδομάδες το μωρό δεν διακρίνει ανάμεσα στον εαυτό του και στον άλλο (δεν υπάρχει διαφοροποίηση ανάμεσα στον εαυτό και τον μη–εαυτό). Βασική του ενασχόληση είναι η ικανοποίηση των αναγκών του και η μείωση του άγχους (εξαφάνισης).
ε) Ο θηλασμός δεν είναι μόνο πηγή τροφής, αλλά και συγκινησιακής συναλλαγής, βαθειάς ικανοποίησης και καταπράυνσης του άγχους για το ζευγάρι μητέρας – βρέφος. Σε μεγαλύτερη ηλικία και σε περιόδους άγχους καταφεύγουμε σε υποκατάστατά του.
ΙΙ) Από τον τρίτο, μέχρι τον έκτο μήνα της ζωής:
α) Η ανάπτυξη του χαμόγελου σαν απάντηση εξωτερικού ερεθίσματος σηματοδοτεί την αρχή του σχετίζεσθε ανάμεσα σε ξεχωριστά πρόσωπα (την έναρξη της διαφοροποίησης ανάμεσα στον εαυτό και στον άλλο). Την ίδια περίοδο το μωρό αρχίζει να αναζητεί και να κρατά σταθερό το βλέμμα του σε αντικείμενα που το ενδιαφέρουν. Το γέλιο εμφανίζεται 2 – 3 μήνες αργότερα. β) Γνωστικά η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται κυρίως από την ανάπτυξη και την απομνημόνευση νοητικών σχημάτων.
ΙΙΙ) Από τον έκτο μήνα μέχρι την ολοκλήρωση του πρώτου χρόνου της ζωής:
α) Στους 6 μήνες το μωρό κάθεται. Στους 7 στέκεται όρθιο με υποστήριξη. Στους 8 μήνες μπουσουλάει.
β) Στους 8 μήνες παράγει φωνήματα με νόημα και αρχίζει να κατανοεί τον προφορικό λόγο.
γ) Από τους 6 μήνες της ζωής το μωρό αρχίζει να ενδιαφέρεται για τα άψυχα αντικείμενα.
δ) Στους 8 μήνες περίπου εμφανίζεται μια συμπεριφορά του μωρού, που αρχικά φαίνεται περίεργη. Ονομάζεται "άγχος των ξένων". Ενώ μέχρι τότε πήγαινε εύκολα στις αγκαλιές ξένων (συγγενών και φίλων της οικογένειας), τώρα συχνά δυσφορεί στην εμφάνιση ενός ξένου ή φαίνεται επιφυλακτικό και κοιτάζει προς την μητέρα για να διαπιστώσει τις αντιδράσεις της στον "ξένο" ("κοινωνική αναφορά"). Η συμπεριφορά αυτή διαρκεί 6 περίπου μήνες και δεν έχει την ίδια ένταση σε όλα τα μωρά. Και συμβαίνει γιατί την περίοδο αυτή το μωρό είναι σε θέση να αναγνωρίζει πλήρως την μητέρα του, τον πατέρα, καθώς και άλλα οικεία πρόσωπα. Έτσι του είναι πλέον σαφές ποιος είναι οικείος και ποιος ξένος και αντιδρά αρχικά με άγχος στην παρουσία των δεύτερων. Παράλληλα τώρα το μωρό αντιδρά με μεγαλύτερη δυσφορία, από ότι στο παρελθόν, στην απουσία της μητέρας του (ή στην επικείμενη απομάκρυνσή της από κοντά του).
ε) Γνωστικά στους 6 μήνες περίπου το μωρό κατακτά αυτό που ονομάζουμε "μονιμότητα του αντικειμένου". Προηγουμένως, αν κρύβαμε ένα παιχνίδι του, το μωρό αντιδρούσε σαν να είχε εξαφανιστεί. Τώρα το αναζητάει. Η συμπεριφορά αυτή αναπτύσσεται ενωρίτερα με συναισθηματικά φορτισμένα πρόσωπα.
- 16η ερώτηση: Ποια είναι τα αναπτυξιακά επιτεύγματα του παιδιού στην πρώιμη νηπιακή ηλικία (12ος – 36ος μήνας);
Στην περίοδο αυτή αναπτύσσονται η κίνηση, η κατάκτηση της γλώσσας, οι απαρχές του ελέγχου των ενορμήσεων, η όξυνση των ορίων. Ο αγώνας για δύναμη και έλεγχο, με τάσεις να κάνει τους άλλους να υποφέρουν ή να υποφέρει το ίδιο το παιδί από άλλους (κυριαρχία – υποταγή). Στην περίοδο αυτή αρχίζει η λεκτική οριοθέτησή του παιδιού από το γονεϊκό ζευγάρι. Τότε η γονεϊκή συμμαχία δοκιμάζεται. Χρειάζεται σταθερότητα, αλλά και ευελιξία. Έτσι το παιδί αφενός αυτονομείται και αφετέρου, νιώθοντας ότι υπάρχουν κανόνες και όρια στη ζωή του, καθώς και ενήλικες, που ξέρουν πότε να τα επιβάλουν, καθησυχάζει και νιώθει ασφαλές. Ειδικότερα:
α) Αναπτύσσεται μεγάλη ποικιλία κινήσεων (αδρών και λεπτών) και επιδεξιοτήτων. Το μωρό αρχίζει να περπατάει. Αρχίζει η εξερεύνηση του περιβάλλοντος και οι προσπάθειες των γονέων για ασφάλεια και οριοθέτηση. Η εξερεύνηση του περιβάλλοντος γίνεται ως εξής: Το παιδί φεύγει μακριά από τη μητέρα για ένα διάστημα, ξαναγυρίζει, έρχεται σε επαφή με αυτήν και ξαναφεύγει.
β) Ο λόγος αναπτύσσεται γρήγορα. Η κατανόηση περισσότερο. Όσον αφορά την έκφραση, οι πρώτες λέξεις εμφανίζονται γύρω στον πρώτο χρόνο, το παιδί αρχίζει να σχηματίζει μικρές φράσεις μετά από ένα περίπου χρόνο. Στα τρία του χρόνια το παιδί είναι πια σε θέση να κάνει μια συζήτηση με ενηλίκους. γ) Το "όχι" εμφανίζεται γύρω στους 13 – 16 μήνες. Το παιδί αρχίζει να λέει επαναληπτικά "όχι" και συχνά προσπαθεί να κάνει ακριβώς αυτό που του έχουν απαγορεύσει. Η διάρκεια αυτού του αρνητισμού ποικίλει από 4 – 6 μήνες μέχρι χρόνια. Με τα συνεχόμενα "όχι" το παιδί: 1) Μιμείται (ταυτίζεται με) τα συνεχόμενα "όχι" της μητέρας στις προσπάθειες που κάνει για εξερεύνηση του περιβάλλοντος, 2) δείχνει την δυσαρέσκειά του στα "όχι" της μητέρας, 3) αυξάνει την διαφοροποίησή του από τους γονείς, 4) δοκιμάζει τη δύναμή του (για κυριαρχία) σε σχέση με τους "δυνατούς" ενήλικες.
δ) Γύρω στα 2 – 3 χρόνια γίνεται η εκπαίδευση της τουαλέτας. Συμβολίζει την αποφυγή της ακαθαρσίας. Είναι τόσο ευκολότερη, όσο πιο αρμονικές είναι οι σχέσεις του παιδιού με τη μητέρα, αλλά και οι οικογενειακές σχέσεις γενικότερα. Αρχίζει η ανάληψη της ευθύνης του σώματος σύμφωνα με τις κοινωνικές επιταγές.
ε) Από την περίοδο αυτή μένουν η αγάπη για καθαριότητα, τάξη, λεπτομέρεια, για κτήση αντικειμένων.
- 17η ερώτηση: Ποια είναι τα αναπτυξιακά επιτεύγματα του παιδιού στην όψιμη προσχολική ηλικία (3 – 5 χρόνια):
α) Ο αρνητισμός αρχίζει να υποχωρεί.
β) Το παιδί δεν έχει ανάγκη από την συνεχή παρουσία της μητέρας του (μπορεί να φοιτήσει σε παιδικό σταθμό).
γ) Μπορεί να παίξει συνεργατικά με άλλα παιδιά (ενώ πριν το παιχνίδι του ήταν μοναχικό: 6 μ.– 1 χρόνων άσκηση μυών κυρίως, 1 χρόνων – 3 χρόνων μοναχικό παιχνίδι χωρίς φαντασία). Παράλληλα εμφανίζεται ο ανταγωνισμός με άλλα παιδιά. Τώρα το παιχνίδι έχει φαντασία και πλοκή. Επιτρέπει να εκφράζονται εσωτερικές σκέψεις, συγκρούσεις, ενδιαφέροντα.
δ) Μπορεί να κατανοεί πολλές λέξεις, να ακολουθεί πολύπλοκες οδηγίες, να συμμετέχει σε συζήτηση.
ε) Αυξάνει το ενδιαφέρον του παιδιού για τα γεννητικά του όργανα, καθώς και για τα γεννητικά όργανα των άλλων. Εμφανίζεται ο αυνανισμός, καθώς και μια καινούργια ερωτικοποιημένη στάση προς τους δύο γονείς. Αναπτύσσει αντίστοιχο συμβολικό παιχνίδι. Νεώτερες έρευνες δείχνουν ότι ο ερωτισμός στον άνθρωπο εμφανίζεται νωρίτερα στα 1 –2 χρόνια της ζωής. Εμφανώς το παιδί εμπλέκεται (τριγωνοποιείται) στη σχέση του και με τους δύο γονείς πλέον (οιδιπόδειο σύμπλεγμα). Το παιδί ησυχάζει και μπαίνει στην σχολική του ηλικία ήρεμα, όταν δεν μπορεί να παρεμβληθεί και να παραβιάζει την γονική συμμαχία.
στ) Σταδιακά το παιδί ταυτίζεται με το φύλλο του.
ζ) Νοητικά κυριαρχεί η συμβολική σκέψη και η φαντασία ("εμπράγματη επικοινωνία"). Η περιέργεια αναπτύσσεται και αρχικά σχετίζεται με τα γεννητικά όργανα και το σώμα γενικά, αλλά σταδιακά γενικεύεται στον "κόσμο". Κυριαρχεί το "γιατί;" (συμβολίζει την σεξουαλική περιέργεια).
η) Συγκινησιακά το παιδί αποκτά μεγάλο εύρος και λεπτότητα συναισθημάτων.
- 18η ερώτηση: Τι μπορούμε να παρατηρήσουμε για την γονεϊκή λειτουργία, όταν τα παιδιά βρίσκονται στην προσχολικη ηλικία;
Αναφέραμε και πριν ότι, με την γέννηση του πρώτου παιδιού, η σχέση του ζευγαριού χαλαρώνει, τόσο για πρακτικούς λόγους, αφού οι γονείς έχουν να ασχοληθούν με τις ανάγκες του μωρού τους, όσο και για συγκινησιακούς, προκειμένου να δημιουργηθεί ο ψυχοσυναισθηματικός χώρος για την ένταξη του νέου ανθρώπου στην οικογένεια. Όμως η σχέση του ζευγαριού αποτελεί το καλύτερο δυνατό συγκινησιακό και κοινωνικό υπόβαθρο για την υγιή ψυχολογική ανάπτυξη των παιδιών. Αν χαλαρώσει υπερβολικά, η άμεση επικοινωνία ανάμεσα στου δύο συζύγους χάνεται και γίνεται έμμεσα μέσω των – τριγωνοποιημένων – παιδιών, που έτσι γίνονται αντικείμενα εκμετάλλευσης. Αν μείνει υπερβολικά σφιχτό, άκαμπτο, τότε υπάρχει κίνδυνος παραμέλησης των παιδιών.
Επιπλέον αξίζει να παρατηρήσουμε και τα εξής:
α) Συνήθως την περίοδο αυτή ζητιέται από τους παππούδες και γιαγιάδες να βοηθήσουν με διάφορους τρόπους την νέα οικογένεια. Πιστεύω ότι αυτό είναι σωστό, εάν γίνεται με αγάπη, και συνήθως έτσι γίνεται. Επιπλέον, αν επιθυμούμε βοήθεια, είναι καλό να την ζητάμε καθαρά και απλά, και να ευχαριστούμε όταν και όσο την παίρνουμε. Έτσι η βοήθεια μας δίνεται με καλή διάθεση, κάτι που είναι ιδιαίτερα βοηθητικο στην ανάπτυξη των σχέσεων με τους γονείς μας. Και καλό είναι να θυμόμαστε, ότι τίποτα δεν παρέχεται στον ενήλικα δωρεάν. Θα χρειαστεί κάποτε να ανταποδώσουμε την φροντίδα που παίρνουμε. Μακάρι να μπορέσουμε να το κάνουμε όταν θα είμαστε έτοιμοι, με χαρά. Γιατί τότε η βοήθεια προς τους γονείς ή προς τα παιδιά μας θα αποτελεί ένα πλούσιο δώρο και προς τον εαυτό μας, συνεισφέροντας στην ψυχολογική μας ανάπτυξη.
β) Γινόμαστε τόσο καλύτεροι γονείς, όσο καλύτερα έχουμε επεξεργαστεί την σχέση μας με τους δικούς μας γονείς. Και για την διεργασία αυτή δεν υπάρχει ημερομηνία λήξης. Μπορούμε να την συνεχίζουμε σε όλη την ζωή μας, γιατί σε όλη την ζωή μας χρειάζεται να γινόμαστε καλύτεροι γονείς.
γ) Δεν υπάρχουν ιδανικοί γονείς. Ο όρος αυτός δεν αναφέρεται σε κανένα βιβλίο. Υπάρχουν επαρκείς ή ανεπαρκείς γονείς. Οι πρώτοι μας διδάσκουν, οι δεύτεροι χρειάζονται υποστήριξη για το καλό το δικό τους και των παιδιών τους. Τα κριτήρια αξιολόγησης πρέπει να είναι τα απλούστερα δυνατά (τροφή, ένδυση, εκπαίδευση, συναισθηματικό κλίμα κλπ). Οι γονείς αξιολογούνται, τα παιδιά εκπαιδεύονται και καθοδηγούνται έως ότου αποκτήσουν αυτοδυναμία.
ε) Αναφέραμε ότι το ζευγάρι είναι ο θεμέλιος λίθος της οικογένειας. Υπάρχουν όμως και οι μονογονεϊκές οικογένειες, στις οποίες μπορεί να ζουν ή να μη ζουν και οι δύο γονείς. Η λειτουργία της μονογονεϊκής οικογένειας μπορεί να είναι πολύ ικανοποιητική αρκεί ο γονιός να παίρνει όλη την ευθύνη των επιλογών του και να μην εμπλέκει καθόλου σε αυτές τα παιδιά, να παίρνει ακέραια την ευθύνη της ανατροφής των παιδιών του, και να συνεργάζεται με τον άλλον γονιό ικανοποιητικά, εφόσον βρίσκεται στην ζωή. Η λειτουργία της μονογονεϊκής οικογένειας γίνεται δύσκολη και η ανάπτυξη των παιδιών προβληματική, όταν παρατείνονται ανεπίλυτες συγκρούσεις ανάμεσα στους γονείς και όταν οι γονείς εμπλέκουν τα παιδιά μέσα σ’ αυτές. Επίσης τα πράγματα γίνονται δύσκολα για τα παιδιά όταν ο γονιός, αντί να τους προσφέρει όλη την κατάλληλη φροντίδα, αναζητά από αυτά να τον φροντίσουν, κυρίως συγκινησιακά.
- 19η ερώτηση: Τι μπορούμε να παρατηρήσουμε για την λειτουργία της οικογένειας, όταν τα παιδιά βρίσκονται στην σχολική ηλικία (6 – 12 ετών);
Όταν τα παιδιά πηγαίνουν σχολείο, μειώνεται η εξάρτηση από τους γονείς και μπαίνουν νέα σημαντικά πρόσωπα στην ζωή τους. Ο ρόλος του σχολικού περιβάλλοντος γίνεται σημαντικός για την κοινωνικοποίηση των παιδιών, την διαμόρφωση της προσωπικότητας των παιδιών, την ανάπτυξη αισθήματος καταξίωσης, την ανακάλυψη και αξιοποίηση των ταλέντων τους. Έτσι η ζωή της οικογένειας γεμίζει με ένα σωρό νέες, κυρίως εκπαιδευτικές δραστηριότητες. Το γεγονός αυτό μπορεί να αποτελέσει σημαντική ευκαιρία ανάπτυξης ουσιαστικής συνεργασίας ανάμεσα στους γονείς, αλλά και με τα παιδιά τους, προκειμένου να αντιμετωπιστούν πρακτικές ανάγκες και έτσι να αυξηθεί το αίσθημα επάρκειας και ικανοποίησης σε όλους. Αποτελεί όμως και κίνδυνο παραμέλησης της συζυγικής σχέσης και επικοινωνίας, με αποτέλεσμα αίσθημα ματαίωσης, παράλογα αυξημένες προσδοκίες και επικριτική στάση προς τα παιδιά. Βέβαια, τα παιδιά μας δεν χρειάζονται κριτική και απόρριψη. Χρειάζονται ενθάρρυνση και καθοδήγηση, ώστε να ανακαλύψουν τα ταλέντα τους και να ξεκαθαρίσουν πώς επιθυμούν να οργανώσουν το μέλλον τους. Και κυρίως χρειάζονται πρότυπα αισιοδοξίας, δημιουργικότητας, θάρρους και πρωτοβουλίας. Επίσης χρειάζονται να έχουν το κουράγιο να δοκιμάζουν νέες ιδέες στην πράξη, να απολαμβάνουν τις επιτυχίες τους και να εμπλουτίζουν την πείρα και τις γνώσεις τους μέσα από τις αποτυχίες, που είναι αναπόφευκτες, όταν κάποιος έχει την δύναμη να εφαρμόζει νέες ιδέες. Επιπλέον στην φάση αυτή αυξάνει η συγκινησιακή ανεξαρτησία των παιδιών από το γονεϊκό περιβάλλον και γίνεται όλο και πιο σημαντική η φιλία. Είναι καλό οι γονείς να το επιτρέπουν και να το ενθαρρύνουν αυτό και είναι εύκολο για αυτούς, εφόσον το βρίσκουν σαν ευκαιρία να ενισχύσουν την προσωπική τους ζωή, τις δικές τους φιλικές σχέσεις και, ιδίως την συζυγική τους συντροφικότητα.
- 20η ερώτηση: Ποια είναι τα αναπτυξιακά επιτεύγματα του παιδιού στην σχολική ηλικία (6 – 12 ετών);
α) Σταδιακά αναπτύσσεται αυτορύθμιση της συμπεριφοράς σύμφωνα με τις κοινωνικές επιταγές. Μέχρι τώρα η συμπεριφορά του παιδιού ρυθμιζόταν από τους γονείς με κατάλληλες επιβραβεύσεις, απαγορεύσεις και τιμωρίες. Τώρα σε αυτό συμβάλλει καθοριστικά και το σχολικό περιβάλλον με τους διδάσκοντες και την ομάδα των συνομηλίκων, ενώ οι διδασκαλίες των προηγούμενων χρόνων φαίνονται να συγκεντρώνονται σε μια καινούργια νοητική ενότητα. Στην περίοδο αυτή εμφανίζεται η “συνείδηση”, που καθορίζει τι είναι σωστό και τι λάθος και, που επιβραβεύει το παιδί ή το τιμωρεί με “τύψεις”, όταν αισθάνεται ότι έχει παραβιάσει έναν κανόνα της.
β) Το παιδί επιδιώκει την κοινωνική επιτυχία και καταξίωση, στις κοινωνικές ομάδες, στις οποίες εντάσσεται. Οι επιτυχίες στην προσπάθεια αυτή αυξάνουν την αυτοπεποίθησή του, ενώ οι αποτυχίες το οδηγούν σε αυτοϋποτίμηση, ειδικά αν δέχεται παράλληλα απόρριψη και επίκριση από τους γονείς και τους δασκάλους του. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να οδηγηθεί σε «αμυντικές» συμπεριφορές, όπως είναι η παρενόχληση συνομηλίκων (ατομικά ή μέσα από ομάδες ανάλογης συμπεριφοράς) ή άλλες σοβαρότερες διαταραχές συμπεριφοράς.
γ) Με την έναρξη της περιόδου αυτής η φαντασία αρχίζει να παίζει μικρότερο ρόλο στη ζωή του παιδιού. Ενώ πριν το παιδί πίστευε ότι αρκεί να φανταστεί την ικανοποίηση των επιθυμιών του και θα γινόταν, τώρα γίνεται ρεαλιστής. Οι περισσότερες αναμνήσεις της πρώιμης παιδικής ηλικίας απωθούνται και συχνά ξεχνιούνται.
δ) Το παιδί γίνεται πιο ήρεμο, πιο ευάγωγο, η σχέση του με τους γονείς χαλαρώνει και το ενδιαφέρον του για τους συνομηλίκους, το σχολείο και άλλες δραστηριότητες (πχ. χόμπυ, αθλητισμός, τέχνες) αυξάνει. Έχει υπομονή, συγκεντρώνει την προσοχή του για αρκετή ώρα, αντιλαμβάνεται τον εαυτό του σαν μέλος ομάδας (στην οικογένεια, στο σχολείο, στο μπάσκετ). Αυτή είναι η εποχή της ακαδημαϊκής μάθησης, αλλά και των ομαδικών αθλημάτων, των επιτραπέζιων παιγνιδιών και κάθε ομαδικού παιχνιδιού, όπου κυριαρχούν οι κανόνες, η δικαιοσύνη, η ηθική (ενώ στην προηγούμενη περίοδο ήταν πιο σημαντικό το παιγνίδι ρόλων και φαντασίας). Στην φάση αυτή ωφελεί η ένταξη των παιδιών σε εξωσχολικές ομάδες (πχ προσκοπισμός, κατασκήνωση) και δραστηριότητες, αθλητικές, καλλιτεχνικές κλπ. Βοηθούν στην άσκηση του σώματος, της ικανότητας επικοινωνίας, της νοημοσύνης, της δημιουργικότητας, στην ανακάλυψη των ταλέντων των παιδιών. Γονείς όμως που παραμελούν τα δικά τους αντίστοιχα αναπτυξιακά ζητήματα (συντροφικότητα, σχέση με τους δικούς τους γονείς, δημιουργικότητα, φροντίδα του σώματος και της υγείας, ικανοποίηση από την εργασία) τείνουν να φορτώνουν τα παιδιά με υπερβολικό αριθμό τέτοιων δραστηριοτήτων και επιμένουν για υψηλές επιδόσεις. Έτσι άθελά τους τα “διδάσκουν” να μετατρέπουν τις ευκαιρίες απόλαυσης, ψυχαγωγίας και παιγνιδιού, τις οποίες όλοι δικαιούμαστε, σε τυραννία.
ε) Πολλές διαταραχές στην ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού ή πολλές δυσκολίες στην οικογένειά του, εμφανίζονται την περίοδο αυτή σαν μαθησιακές διαταραχές ή διαταραχές της συμπεριφοράς σε σχέση με το σχολείο.
στ) Στο νοητικό επίπεδο αναπτύσσονται οι συγκεκριμένες λειτουργίες της σκέψης (πχ. η ικανότητα ταξινόμησης, τακτοποίησης αντικειμένων σε σειρές, η διατήρηση της ποσότητας όταν αλλάζει η φόρμα κλπ). Το παιδί σκέπτεται με συγκεκριμένο τρόπο, δεν έχει ακόμα αναπτύξει πλήρως αφηρημένες έννοιες στο νου του.
ζ) Το παιδί αποσύρει σταδιακά το ενδιαφέρον και τον θαυμασμό του από τον γονιό του άλλου φύλου και το μεταφέρει στον γονιό του ίδιου φύλου (και σε άλλους ενήλικες του ίδιου φύλου, πχ. δασκάλους). Η σχέση του παιδιού με τον γονιό του ίδιου φύλλου, καθώς και με άλλους συγγενείς ή δασκάλους κλπ, παίζει σημαντικό ρόλο για την διαμόρφωση της ταυτότητας του φύλλου του.
η) Τα παιδιά προτιμούν να παίζουν και να συνεργάζονται με άλλα παιδιά του ίδιου φύλου. Δείχνουν "περιφρόνηση" προς το άλλο φύλο (που μάλλον μοιάζει με καλά κριμένο φόβο). Ο αυνανισμός υποχωρεί προσωρινά για να επανέλθει στην εφηβεία.
θ) Η ανάπτυξη της ανάγκης για επικοινωνία με συνομηλίκους, καθώς και η περιέργεια για νέες ανακαλύψεις δημιουργεί στα παιδιά την επιθυμία να ασχοληθούν με την χρήση του διαδικτύου, των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, των διαδικτυακών παιγνιδιών. Τα σημερινά παιδιά έχουν γεννηθεί σε έναν κόσμο, στον οποίον το διαδίκτυο προϋπήρχε. Τους είναι φυσικό να το γνωρίσουν. Επιπλέον το διαδίκτυο αποτελεί ένα ανθρώπινο επίτευγμα που θα παραμείνει στην ζωή μας, αν δεν συμβούν μνημειώδεις αλλαγές. Συνεπώς είναι πολύ φυσικό να μάθουν τα παιδιά μας να ασχολούνται με αυτό και να επικοινωνούν μέσω αυτού. Αλλά σαν γονείς έχουμε καθήκον, όπως ελέγχουμε και οριοθετούμε άλλες συμπεριφορές των παιδιών μας, το ίδιο να κάνουμε με την χρήση του διαδικτύου. Και αυτό χρειάζεται να το κάνουμε φανερά. Επιπλέον, αν κάποιοι από εμάς δεν έχουμε τις κατάλληλες γνώσεις, καλό είναι να ζητούμε την βοήθεια συγγενών ή φίλων της απόλυτης εμπιστοσύνης μας, τους οποίους και πάλι θα πρέπει να γνωρίζουν τα παιδιά μας.
- 21η ερώτηση: Ποιος είναι ο ρόλος του σχολείου στην προσωπική και κοινωνική ανάπτυξη των παιδιών;
Το σχολικό περιβάλλον αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους φορείς κοινωνικοποίησης, δηλαδή συμβάλλει στην απόκτηση κοινωνικών δεξιοτήτων και στην διαμόρφωση της προσωπικότητας των μαθητών, παράλληλα με τον κύριο μαθησιακό του ρόλο. Η σχολική τάξη αποτελεί κοινωνική ομάδα, στην οποία σταδιακά οι δάσκαλοι και οι μαθητές αναπτύσσουν έναν ξεχωριστό τρόπο λειτουργίας, ο οποίος συμβάλλει καθοριστικά στην δημιουργία και στην μετάδοση γνώσης. Η ανάπτυξη συνεργατικών σχέσεων και αλληλοϋποστήριξης ανάμεσα στους μαθητές διευκολύνει τόσο την μαθησιακή τους εξέλιξη, όσο και την απόκτηση κοινωνικών δεξιοτήτων. Με την ενθάρρυνση των διδακόντων τα παιδιά μαθαίνουν να υοθετούν πιο ενεργό ρόλο στην διαδικασία την μάθησης, να διεκδικούν την ικανοποίηση των αναγκών τους, να επιλύουν προβλήματα σε προσωπικό και κοινωνικό επίπεδο, να δυναμώνουν την συνοχή της ομάδας τους.
Περισσότερα όμως για τον ρόλο του σχολείου θα αναφερθούν στο κεφάλαιο της εφηβείας.
- 22η ερώτηση: Πώς ξεκινάει η Εφηβεία;
Η έναρξη της εφηβείας σηματοδοτείται από την ήβη, τον χρόνο δηλαδή που αρχίζει η ωρίμανση των γεννητικών οργάνων και των δευτερογενών χαρακτηριστικών του φύλλου. Ο χρόνος αυτός μπορεί να διαφέρει φυσιολογικά από παιδί σε παιδί, ενώ είναι γενικά παραδεκτό ότι τα αγόρια μπαίνουν στην ήβη αργότερα από τα κορίτσια. Γενικά η εφηβεία αρχίζει βαθμιαία γύρω στα 10 με 11 χρόνια και θεωρείται ότι, όσον αφορά τουλάχιστον την βιολογική ωρίμανση, τελειώνει γύρω στα 18 έως 21 χρόνια. Στο ψυχοκοινωνικό επίπεδο μπορούμε να ορίσουμε την εφηβεία σαν την μεταβατική διαδικασία από την παιδική ηλικία της εξάρτησης από την γονεϊκή φροντίδα, στην ενήλικη αυτοδύναμη ζωή. Στο επίπεδο αυτό φαίνεται ότι πλέον η εφηβεία παρατείνεται πολύ μετά τα 20 χρόνια, ίσως μέχρι τα 25 – 30 χρόνια της ζωής μας, και αυτό σημαίνει ότι οι νέοι άνθρωποι στην εποχή μας αργούν να νιώσουν έτοιμοι να αναλάβουν όλες εκείνες τις ευθύνες που σχετίζονται με την αυτοδύναμη φροντίδα των αναγκών τους, και να προχωρήσουν στην δημιουργία δικής τους οικογένειας. Η καθυστέρηση αυτή στην ενηλικίωση των νέων αποτελεί διεθνές φαινόμενο, τουλάχιστον για τις χώρες του δυτικού, λεγόμενου πολιτισμού. Φαίνεται ότι κυρίως οφείλεται σε κοινωνικο – οικονομικούς παράγοντες, όπως είναι η ανάγκη περισσότερων χρόνων ακαδημαϊκής εκπαίδευσης, ώστε οι νέοι να αποκτούν πιο εξειδικευμένες γνώσεις, ικανές να τους εξασφαλίσουν θέση στην αγορά εργασίας. Αντίστοιχος παράγων, που παρατείνει την περίοδο οικονομικής και ψυχοσυναισθηματικής εξάρτησης των παιδιών από τις γονεϊκές οικογένειες, είναι οι κοινωνικο – οικονομικές κρίσεις, στην διάρκεια των οποίων οι νέοι δυσκολεύονται και διστάζουν να αναπτύξουν αυτοδυναμία. Στο δικό μας ψυχοκοινωνικό περιβάλλον παίζει ρόλο και η «παιδοκεντρικότητα» των γονέων, που συχνά παραμελούν την συζυγική τους σχέση, καθώς και άλλα προσωπικά ενδιαφέροντα, και αφοσιώνονται αποκλειστικά στον γονεϊκό ρόλο, εξαρτώμενοι πλέον υπαρξιακά από τα παιδιά τους και εμποδίζοντας έτσι την αυτονόμησή τους, χωρίς βέβαια να το επιδιώκουν συνειδητά.
Από την πλευρά του εφήβου έχουν μεγάλη σημασία δύο ψυχολογικές διεργασίες: α) Η διεργασία του πένθους για την βαθμιαία απώλεια της παιδικότητας. Προκειμένου να περάσει στην φάση της ανεξαρτησίας, ο έφηβος χρειάζεται σταδιακά να αφήσει πίσω την ελπίδα ότι οι γονείς του θα είναι πάντα παρόντες στην ζωή του για να τον υποστηρίζουν. Αλλιώς δεν θα μπορέσει ποτέ να ανακαλύψει τις δυνάμεις του και να τις εμπιστευθεί. β) Η διαδικασία της απο-ιδανικοποίησης των γονέων, μέσω της οποίας ο έφηβος έχει να ξαναγνωρίσει τους γονείς του σαν κανονικούς ανθρώπους, με κανονικές ανθρώπινες αδυναμίες, να τους αποδεχθεί και να τους αγαπήσει ξανά έτσι. Αυτό προκαλεί αρχικά απογοήτευση, αποτελεί όμως και μια βασική αποδοχή της κοινωνικής πραγματικότητας.
- 23η ερώτηση: Ποια είναι τα φυσιολογικά χαρακτηριστικά της Εφηβείας;
α) Η μεγάλη σωματική ανάπτυξη και η εμφάνιση των δευτερογενών χαρακτηριστικών του φύλλου (μαστοί στα κορίτσια, τρίχωμα στο εφήβαιο και στις μασχάλες, αλλαγή της φωνής στα αγόρια κλπ.), που συμβαδίζουν με την ανάπτυξη της σεξουαλικότητας. Αυτά κάνουν μερικές φορές τους εφήβους να φέρονται αμήχανα και αδέξια, και αυτό γιατί έχει αλλάξει γι’ αυτούς η εικόνα του σώματός τους, ενώ παράλληλα τους κάνει να προσέχουν πολύ την εξωτερική τους εμφάνιση.
β) Ο έφηβος κινείται μεταξύ εξάρτησης και ανεξαρτησίας. Επιθυμεί να του συμπεριφέρονται σαν να είναι ενήλικας, ενώ παράλληλα έχει την ανάγκη να παραμείνει παιδί και να εξαρτάται από την γονεϊκή φροντίδα. Συνεχίζει να χρειάζεται κάποιον να το φροντίζει, αφού συχνά δυσκολεύεται να αναλάβει υπευθυνότητα, ενώ φοβάται την κριτική, όταν το κάνει.
γ) Η συναισθηματική αστάθεια και οι απότομες και συχνές αλλαγές της διάθεσης. Ο έφηβος μπορεί την μια στιγμή να είναι πολύ χαρούμενος και την άλλη πολύ μελαγχολικός. Παρουσιάζει αστάθεια στις σχέσεις του και παράλογες αλλαγές στην συμπεριφορά του. Άλλοτε δείχνει μεγάλο πείσμα και είναι άκαμπτος, ενώ άλλοτε γίνεται υποχωρητικός και υπάκουος. Μπορεί επίσης να παρουσιάζει μεγάλες και συχνές αλλαγές στα ενδιαφέροντά του.
δ) Το ερωτικό ενδιαφέρον. Στην αρχή της εφηβείας τόσο τα αγόρια, όσο και τα κορίτσια δείχνουν αδιαφορία για το άλλο φύλο, ενώ μπορεί να «ερωτεύονται» άτομα, συνήθως μεγαλύτερης ηλικίας, που είναι δύσκολο να πλησιάσουν και που μπορεί να λειτουργούν σαν κοινωνικά πρότυπα (πχ. ηθοποιούς, τραγουδιστές, αθλητές, καθηγητές κλπ.). Στην μέση της εφηβείας υπάρχει συνήθως έντονο ερωτικό ενδιαφέρον, που όμως τα παιδιά δυσκολεύονται να βρουν το θάρρος να το εκφράσουν, κάτι που κάνουν πιο άνετα όσο προχωρούν προς την ολοκλήρωση της εφηβείας και την ενηλικίωση.
ε) Δίνει μεγάλη σημασία στην σχέση με τους συνομήλικους. Η ομάδα των συνομήλικων – η παρέα – αποτελεί το μέσον, με την βοήθεια του οποίου ο έφηβος επιχειρεί να αποσυνδεθεί βαθμιαία από την οικογένεια καταγωγής του και να ενταχθεί στον ευρύτερο κοινωνικό χώρο. Έτσι η σημασία που δίνει στην σχέση με τους συνομήλικους είναι πολύ μεγάλη. Διαλέγει τους φίλους του, έτσι ώστε να ενισχύουν την επιθυμία του να ενηλικιωθεί και έχει μεγάλη ανάγκη να γίνεται αποδεκτός από αυτούς. Εξιδανικεύει τις φιλικές σχέσεις, περιγράφει την φιλία με απόλυτο και «ρομαντικό» τρόπο, εύκολα απογοητεύεται ή αλλάζει τους φίλους του. Με τον τρόπο αυτό ασκείται στην ανάπτυξη ισότιμων σχέσεων, επιδεξιότητα απαραίτητη για να μπορέσει να αναπτύξει στο μέλλον ικανοποιητική συντροφική σχέση. Αρχίζει να έχει «μυστικά» από τους γονείς και αναπτύσσει κώδικες επικοινωνίας, που δύσκολα γίνονται κατανοητοί από τους ενήλικες. Στην φάση αυτή καλό είναι οι γονείς να μην εμπλακούν σε διαμάχες αντιζηλίας και ανταγωνιστικότητας με τα παιδιά τους, γιατί τότε μια φυσιολογική εκδήλωση μπορεί να εξελιχθεί σε σοβαρή σύγκρουση, που μπορεί να απομακρύνει ψυχικά τον έφηβο από την οικογένεια, που συνεχίζει να έχει πολλή ανάγκη.
στ) Η μελλοντική του επαγγελματική απασχόληση και οι στόχοι για την εκπαίδευση και τον τρόπο ζωής του διερευνώνται και αναθεωρούνται. Παράλληλα θέτει στον εαυτό του στόχους κοινωνικής συμμετοχής (ένταξη σε κοινωνικές ομάδες κλπ).
ζ) Αρχίζει να σχηματίζει το σύστημα των δικών του αξιών, ιδεών και στάσεων προς τη ζωή. Αμφισβητεί και επανεξετάζει τις αξίες των γονιών του, καθώς και τα συστήματα αξιών της κοινωνίας και τις τρέχουσες ηθικές και φιλοσοφικές αξίες. Απορρίπτει μερικές από αυτές, ενώ παράλληλα προσπαθεί να ενστερνιστεί κάποιες καινούργιες. Στην προσπάθειά του αυτή αναζητά και ταυτίζεται – «θαυμάζει» κοινωνικά πρότυπα (αντίστοιχα με αυτά που αναφέρθηκαν πιο πάνω).
Μέσα από τις διαδικασίες αυτές ο έφηβος σταδιακά διαμορφώνει την αίσθηση ενήλικου εαυτού. Να μπορέσει δηλαδή να γίνει γονιός του εαυτού του, όπως λέει και το μικρό μας ποίημα, ώστε στην συνέχεια να έχει την δυνατότητα, αν θέλει, να γίνει και γονιός των παιδιών του.
- 24η ερώτηση: Τι πρέπει να κάνουν οι γονείς για να διευκολύνουν την προσπάθεια του παιδιού τους για αυτονόμηση στην εφηβεία;
Σε γενικές γραμμές ισχύουν όσα αναφέραμε και στην αρχή του κειμένου. Χρειάζεται δηλαδή οι γονείς να αποδεχτούν τον βαθμιαίο αποχωρισμό του παιδιού τους, ενισχύοντας παράλληλα τον συναισθηματικό σύνδεσμο μαζί του, να αναγνωρίσουν την διαφορετικότητά του και να αποδεχθούν προσωπικές του επιλογές. Και αυτό θα γίνει ευκολότερα αν οι ίδιοι έχουν επεξεργαστεί ικανοποιητικά τα δικά τους θέματα σε σχέση με τον αποχωρισμό, την ανεξαρτησία και την οικειότητα. Ένα λειτουργικό ζευγάρι παρουσιάζει τώρα αρκετή ευελιξία των ορίων του για να επιτρέπει τα "μέσα – έξω" του εφήβου στο σπίτι και να δέχεται τόση ανεξαρτησία από το μέρος των παιδιών, όση είναι σε θέση να αξιοποιήσουν. Χρειάζονται γονείς διαφοροποιημένοι και υπεύθυνοι τόσο για τις προσωπικές τους επιλογές, όσο και για την πορεία της συζυγικής τους σχέσης, προκειμένου να υπάρχει πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη των παιδιών. Και χρειάζονται δύο δημιουργικοί γονείς, με ενθουσιασμό και αγάπη για την ζωή, για να μπορέσει απρόσκοπτα ο έφηβος να αποκτήσει ένα δημιουργικό όραμα για την δική του προσωπική ζωή. Έτσι λοιπόν γίνεται φανερό ότι η ολοκλήρωση της προσωπικότητας του εφήβου περνάει από διαδικασίες που στοχεύουν στην προαγωγή της λειτουργικότητας όλης της οικογένειας, τόσο σε επίπεδο προσώπων, όσο και σε επίπεδο σχέσεων, με ιδιαίτερη έμφαση στην συζυγική σχέση, της οποίας η ζωτικότητα δοκιμάζεται στην φάση αυτή.
- 25η ερώτηση: Ποιος είναι ο ρόλος του σχολείου στην ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των εφήβων;
Ο ρόλος του σχολείου, καθώς και κάθε εκπαιδευτικού περιβάλλοντος, στην συγκινησιακή και κοινωνική ανάπτυξη των εφήβων είναι ιδιαίτερα σημαντικός. Η σχολική τάξη αποτελεί κοινωνική ομάδα, που χαρακτηρίζεται από ισότιμες και ιεραρχικές σχέσεις. Για να μπορεί η τάξη να λειτουργεί αρμονικά, άρα συνθετικά και εμπλουτιστικά για μαθητές και εκπαιδευτικούς, χρειάζεται να εξασφαλίζονται προϋποθέσεις συλλογικής και συνεργατικής αλληλεπίδρασης ανάμεσα στα μέλη της. Και για να γίνει αυτό δυνατό χρειάζεται να έχει αναπτυχθεί οικειότητα και εμπιστοσύνη μεταξύ τους. Αντίθετα, αν στην τάξη επικρατούν συνθήκες ανταγωνισμού ή, ακόμα χειρότερα, εκμετάλλευσης, τότε δυσλειτουργεί και τείνει σε αποδιοργάνωση. Ας σκεφθούμε τώρα σε πόσο σκληρό ανταγωνισμό μεταξύ τους οδηγούνται οι μαθητές, προκειμένου να πετυχαίνουν την ακαδημαϊκή επιτυχία, για την οποία πιέζονται αφόρητα από την οικογένεια και το σχολείο. Ενώ έχει αποδειχθεί ότι οι μέθοδοι διδασκαλίας, που παροτρύνουν τα παιδιά να συνεργάζονται και να μοιράζονται πράγματα, παρά να ανταγωνίζονται μεταξύ τους, έχουν πολύ καλύτερα αποτελέσματα τόσο για την μαθησιακή πρόοδο των παιδιών, όσο και για την συνολική ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους.
Είναι σημαντικό να επισημάνουμε εδώ ότι για να είναι δυνατή η αρμονική ομαδική λειτουργία της τάξης, χρειάζεται και η ομάδα των εκπαιδευτικών να λειτουργεί το ίδιο συνεργατικά και συλλογικά. Αλλιώς οι διαλυτικές τάσεις της ομάδας αυτής θα επιδράσουν αρνητικά και στην λειτουργία των τάξεων. Στην δεύτερη περίπτωση χρειάζεται να καταβάλεται κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε να μη προβάλονται – εκτονώνονται – στους μαθητές τα αρνητικά συναισθήματα, που προέρχονται από την δυσλειτουργία στην ομάδα των εκπαιδευτικών. Κανείς δεν θα βγει ωφελημένος από μια τέτοια επιπολαιότητα.
Μια πολύ σημαντική λειτουργία της ομάδας, είναι η ηγετική λειτουργία. Η σχολική ομάδα, όπως και η οικογένεια, σε αντίθεση με την παρέα των συνομηλίκων, δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί «δημοκρατική», δεν αποτελείται από μέλη ισότιμα μεταξύ τους. Είναι ιεραρχική ομάδα. Ο εκπαιδευτικός είναι εξορισμού ο ηγέτης. Μέσα στην ομάδα πρέπει να υπάρχει χώρος για προσωπική έκφραση των εφήβων. Παράλληλα είναι ιδιαίτερα σημαντικά η δομή και τα όρια. Ο εκπαιδευτικός πρέπει να διατηρεί την πειθαρχία με σταθερότητα, υποστήριξη, φροντίδα και ευελιξία όταν χρειάζεται. Τόσο για τον γονεϊκό ρόλο, όσο και για τον ρόλο των εκπαιδευτικών είναι πολύ χρήσιμος ο εξής ορισμός του ηγείσθε: Ο βασικός ρόλος του ηγέτη σε κάθε ιεραρχική ομάδα είναι να συμβάλει στην βαθμιαία ανάδειξη των αυτοηγετικών ικανοτήτων των μελών της.
Επιπλέον οι εκπαιδευτικοί λειτουργούν σαν πρότυπα ταύτισης για τα παιδιά (με έναν τρόπο αντίστοιχο με τους γονείς), συμβάλλοντας έτσι στην κοινωνικοποίησή τους.
Όσον αφορά την αξία της τιμωρίας στην τήρηση των κανόνων και στην οριοθέτηση της συμπεριφοράς των παιδιών, φαίνεται ότι σπάνια είναι αποτελεσματική (αντίθετα από την επιβράβευση), και μόνο παροδικά. Για παράδειγμα η τιμωρία των παιδιών που καπνίζουν στο σχολείο όχι μόνο δεν τα κάνει να σταματήσουν το κάπνισμα, αλλά στην πραγματικότητα το αυξάνει. Και ας μη ξεχνάμε ότι η κακή προσαρμογή του παιδιού στο σχολείο μπορεί να οφείλεται σε αδυναμίες του σχολείου (ή της οικογένειας) και όχι σε διαταραχή του παιδιού. Αντίθετα η επιβράβευση πάντα ωφελεί ενισχύοντας επιθυμητές συμπεριφορές των παιδιών. Γιατί στο σχολείο είναι πολύ σημαντικό να δίνεται η δυνατότητα σε κάθε μαθητή να αναδεικνύει και να καλλιεργεί τα ταλέντα του, αναπτύσσοντας έτσι την αυτοεκτίμησή του, αλλά και την εκτίμηση και τον σεβασμό από συμμαθητές και εκπαιδευτικούς.
Στο σημείο αυτό αξίζει να τονίσουμε και την σημασία που μπορεί να έχει η ένταξη των εφήβων σε αθλητικές ομάδες ενδο- ή εξωσχολικές. Στις ομάδες αυτές οι έφηβοι εντάσσονται και εκφράζονται μέσω της κίνησης (η οποία αποτελεί έναν φυσικό τρόπο έκφρασης στην εφηβεία), ενώ αναπτύσσουν «υγιή» και πάντως ελεγχόμενο ανταγωνισμό μεταξύ τους. Παράλληλα ο αθλητισμός αποτελεί ένα πολύ κατάλληλο πεδίο έκφρασης των ταλέντων πολλών παιδιών (από τα οποία κάποια δεν καταφέρνουν να έχουν επιτυχίες στον αυστηρά μαθησιακό τομέα).
- 26η ερώτηση: Τι συμβαίνει στην οικογένεια, όταν τα παιδιά αφήνουν το σπίτι;
Πρόκειται για την φάση της αποπαίδωσης. Οι νέοι ενήλικες αφήνουν το σπίτι, μπαίνοντας οι ίδιοι στην φάση του αδέσμευτου ενήλικα (όπως αναφέρεται στην 3η ερώτηση του παρόντος κειμένου), όπου θα καθορίσουν τις συνιστώσες της προσωπικής τους ζωής. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε έναν άλλον χρήσιμο όρο, ο οποίος αναφέρεται στην διαδικασία της αυτονόμισης του νέου ενήλικα: Είναι ο όρος της συγκινησιακής και γνωστικής διαφοροποίησης του νέου σε σχέση με την οικογένεια καταγωγής του. Με τον όρο «διαφοροποίηση» εννοούμε ότι το άτομο έχει δομήσει ένα σύστημα πεποιθήσεων συνεπές και ευέλικτο, έχει αναπτύξει συγκινησιακή ενημερότητα, που του επιτρέπει να δρα αξιοποιώντας γνωστική και συγκινησιακή απαρτίωση, και χαίρεται τις οικείες σχέσεις του μη επιδιώκοντας τον έλεγχο του άλλου και χωρίς να συγχωνεύεται συγκινησιακά με τον άλλον αναζητώντας ασφάλεια.
Στην περίοδο αυτή το γονεϊκό ζευγάρι χρειάζεται αναδιοργάνωση. Είναι η περίοδος που παρουσιάζονται τα περισσότερα διαζύγια, πραγματικά και συναισθηματικά, αλλά και τα περισσότερα σοβαρά προβλήματα υγείας. Χρειάζεται αναθεώρηση της συζυγικής σχέσης. Τώρα υπάρχει περισσότερος χρόνος για να ασχοληθεί ο ένας σύζυγος με τον άλλον. Αν σε όλα τα προηγούμενα χρόνια η σχέση τους είχε παραμείνει ζωντανή και σε διαρκή εξέλιξη, τώρα θα βρουν πολλούς τρόπους για να ξαναζήσουν "μήνες του μέλιτος" και να βιώσουν μια καινούργια κοντινότητα. Αν η σχέση τους δεν είχε καταφέρει να προσαρμοστεί στις αλλαγές της οικογενειακής ζωής, και οι σύζυγοι είχαν απομακρυνθεί ο ένας από τον άλλον, τώρα μπορεί να βιώσουν ένα αίσθημα κενού, που μπορεί να τους γίνει ανυπόφορο. Και τώρα όμως μπορούν να επαναδιαπραγματευθούν εξ αρχής τη σχέση τους και να καταλήξουν σε ένα καινούργιο ουσιαστικά γάμο.
Στην περίοδο της αποπαίδωσης όμως παρουσιάζονται για τους γονείς και άλλα ζητήματα, που χρειάζονται κατάλληλη προσαρμογή. Αυτά είναι:
1. Η συνταξιοδότηση. Αποτελεί κρίσιμη αλλαγή. Ειδικά αν έχουμε κατορθώσει να κάνουμε την εργασία μας ενδιαφέρουσα και δημιουργική και να χτίσουμε σχέσεις αλληλοϋποστήριξης στο περιβάλλον της. Με την συνταξιοδότηση ο ελεύθερος χρόνος αυξάνει. Τώρα είναι η ώρα να ασχοληθούμε με άλλες δημιουργικές δραστηριότητες, τις οποίες θέλαμε, αλλά δεν είχαμε τον απαραίτητο χρόνο να αναπτύξουμε πριν. Για παράδειγμα να περιποιηθούμε το κτήμα ή τον κήπο μας, να γράψουμε ένα βιβλίο, να συναντούμε πιο συχνά τους φίλους μας κλπ. Με τον τρόπο αυτόν η ζωή μας θα αποκτήσει καινούργιο ενδιαφέρον και δεν θα γίνουμε βάρος στα παιδιά τους.
2. Οι φιλικές σχέσεις αποκτούν ξανά μεγάλη σημασία. Τώρα υπάρχει ο χρόνος να τις αναθερμάνουμε. Είναι γεγονός ότι φιλική συντροφιά ομορφαίνει την καθημερινοτητα, καταπολεμεί την αίσθηση μοναξιάς, ενώ βοηθάει στην αντιμετώπιση του αποχωρισμού από τα παιδιά (ίσως και από τον σύντροφο για διάφορους λόγους και εξαιτίας θανάτου).
3. Συνήθως στην περίοδο αυτή παρουσιάζονται προβλήματα υγείας. Η καλή συναισθηματική κατάσταση, η καλή σχέση με τον σύντροφό μας και ανάπτυξη δραστηριοτήτων με νόημα συμβάλουν τόσο στην μείωση του αριθμού και της βαρύτητας των προβλημάτων αυτών, όσο και στην αποτελεσματικότερη αντιμετώπισή τους.
4. Οι γονείς του νέου ενήλικα γίνονται οι ίδιοι παππούδες και γιαγιάδες. Μπορούν να προσφέρουν αγάπη άνευ όρων στα εγγόνια τους, η οικογενειακή τους ζωή αποκτάει μια νέα χαρούμενη διάσταση, χωρίς το βάρος, που είχαν σαν γονείς. Χρειάζεται όμως σαν παππούδες και γιαγιάδες να προσφέρουμε όση βοήθεια μπορούμε και μας ζητιέται στα παιδιά και εγγόνια μας με διακριτικότητα και σεβασμό, ώστε να μη δυσκολεύουμε τις προσπάθειες που κάνουν τα παιδιά τους για το μεγάλωμα των δικών τους τώρα παιδιών. Πάντως, όποτε μελετήθηκε, βρέθηκε ότι η επικοινωνία μικρών παιδιών με ηλικιωμένους ανθρώπους, στην οικογένεια ή σε γηροκομεία, είναι ωφέλιμη για την ψυχική υγεία και των δύο πλευρών.
5. Οι γονείς των γονιών παρουσιάζουν σοβαρές ασθένειες και σταδιακά φεύγουν από την ζωή. Το γεγονός αυτό έχει σημαντικές υπαρξιακές συνέπειες για τα παιδιά τους. Αν έχουμε καταφέρει να επιλύσουμε τις όποιες συγκρούσεις και διαφορές με τους γέροντες γονείς μας, θα μας είναι ευκολότερο να τους προσφέρουμε την φροντίδα που χρειάζονται και την συνοδεία στην τελευταία αυτή φάση της ζωής τους. Αξίζει να θυμόμαστε ότι ο τρόπος με τον οποίον φροντίζουμε τους γέροντες γονείς μας, αποτελεί πρότυπο για τα παιδιά μας. Γιατί θα έλθει και η δική μας σειρά. Επιπλέον πιστεύω ότι πιάνει τόπο όταν γίνεται με χαρά. Είναι προτιμότερο κατά την γνώμη μου να προσφέρουμε όση φροντίδα μπορούμε με αληθινή χαρά, και όχι όση φροντίδα “χρειάζεται” βαρυγκωμώντας. Η φροντίδα αυτή ωφελεί την υγεία όλων, ψυχική και σωματική.
Αξίζει να θυμούμαστε εδώ ότι από τη στιγμή που φεύγουν τα παιδιά από το σπίτι οι δύο σύζυγοι συνήθως έχουν πολλά χρόνια για να ζήσουν μαζί. Οι στατιστικές λένε ότι πριν 50 χρόνια το διάστημα αυτό ήταν 5 χρόνια, σήμερα ξεπερνάει τα 20 κατά μέσο όρο.
- 27η ερώτηση: Πώς επιδρά στην ζωή του ζευγαριό η ώριμη ηλικία;
Σιγά – σιγά, μπαίνοντας στην ώριμη ηλικία, οι ρόλοι πάλι αλλάζουν και η σχέση του ζευγαριού κλονίζεται από θέματα υγείας και τέλος από το θάνατο των συντρόφων. Στη φάση αυτή:
(α) Οι σύζυγοι ασχολούνται όλο και πιο πολύ με τη διατήρηση της υγείας τους.
(β) Ο ρόλος του παππού και της γιαγιάς γίνεται σημαντικότερος, και μπορούν να αξιοποιούν σε αυτόν την πείρα και τον διαθέσιμο χρόνο τους.
(γ) Είναι ο καιρός να δεχθούν τον σεβασμό και τη φροντίδα από τα παιδιά τους, και τέλος
(δ) έρχονται αντιμέτωποι με την ιδέα του τέλους της ζωής. Όσο πιο ικανοποιητική και όσο πιο πλήρης ήταν η ζωή τόσο πιο υποφερτό γίνεται το τέλος της. Έτσι αντιμετωπίζεται σαν ολοκλήρωση και όχι σαν χαμός.
- 28η ερώτηση: Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της γονεϊκότητας, όταν τα παδιά είναι πλέον ενήλικες;
Έχουν μελετηθεί εντατικά οι διαστάσεις της γονεϊκότητας από την κύηση ή την γέννηση, μέχρι την ολοκλήρωση της εφηβείας των παιδιών. Ποια όμως είναι τα χαρακτηριστικά της γονεϊκότητας όταν τα παιδιά είναι ενήλικες; Άλλα ζώα απαρνούνται τα παιδιά τους όταν ενηλικιώνονται. Άλλοι λαοί τα διώχνουν από το σπίτι για να τα ενθαρρύνουν να αυτονομηθούν. Όπως και να χει δεν παύουμε να νιώθουμε γονείς όταν ενηλικιώνονται τα παιδιά μας, ούτε να νοιαζόμαστε και να ανησυχούμε γι' αυτά. Αναφέρω μερικά χαρακτηριστικά, που αποτελούν συμπεράσματα της επιστημονικής και προσωπικής εμπειρίας μου. Στην φάση λοιπόν αυτήν ο γονιός:
α) Συνεχίζει να έχει προσδοκίες από τα παιδιά του, αλλά ξέρει ότι δεν είναι στο χέρι του να επιβάλει τρόπο ζωής σε αυτά.
β) Δηλώνει διαθεσιμότητα για βοήθεια ή συμβουλές σύμφωνα με την δύναμη ή την πείρα του. Δεν γνωρίζει όμως αν και πότε θα του ζητηθεί βοήθεια.
γ) Προσφέρει φροντίδα όταν μπορεί και επιθυμεί. Δεν έχει καθήκον να το κάνει πλέον. Το κάνει με χαρά, γιατί μόνο τότε πιάνει τόπο.
δ) Χρειάζεται να γίνει λίγο πιο “εγωιστής”. Να φροντίζει την δημιουργικότητά του, την ψυχαγωγία του, την υγεία του. Έτσι δεν θα επιβαρύνει τα παιδιά του. Γιατί πλέον δικαιούται να ζητά βοήθεια και ο ίδιος από αυτά.
ε) Επικοινωνεί με τα παιδιά του ισότιμα, σαν ίσος προς ίσους. Με σεβασμό. Προσπαθεί να αναπτύξει φιλική σχέση μαζί τους.
στ) Συμφιλιώνεται με την ιδέα ότι τα παιδιά του δεν πραγματοποίησαν όλες του τις προσδοκίες (απέτυχαν να γίνουν τα ιδανικά παιδιά που είχε ονειρευτεί), ζητάει από τα παιδιά του να συμφιλιωθούν με την ιδέα ότι σαν γονιός δεν κατάφερε να γίνει τόσο ιδανικός, όσο τον είχαν ονειρευτεί. Ζητάει συγχώρεση γι' αυτό, αν χρειάζεται.
- Επίλογος
Με την αναφορά στην αποπαίδωση και στην ώριμη ηλικία ουσιαστικά ασχοληθήκαμε με τους δύο τελευταίους στίχους του ποιήματος, που αναφέραμε στον πρόλογο του κειμένου μας. Πώς γίνεται κανείς γονιός των γονιών του; Και πότε; Θα λέγμαε συμπερασματικά ότι οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά σχετίζονται με την έννοια της “ενηλικιότητας”, τα εξελικτικά βήματα που κάνουμε δηλαδή όλοι σαν ενήλικες. Γιατί όσο ζούμε, εξελισσόμαστε. Και ο στίχος που πήρα το θάρρος να προσθέσω εγώ: “Βαδίζοντας προς το τέλος της ζωής, ελπίζουμε να γίνουμε παιδιά των παιδιών μας και να πεθάνουμε στην αγκαλιά τους...” Εδώ οι απαντήσεις σχετίζονται νομίζω με την διαδικασία του γήρατος και την ολοκλήρωση της ζωής, θέμα που όσο μεγαλώνω με απασχολεί όλο και περισσότερο. Πιστεύω ότι όλοι έχουμε δικαίωμα να ζήσουμε ευτυχισμένα γηρατειά, ειδικά αν έχουμε καταφέρει να ζήσουμε όλη την προηγούμενη ζωή μας με γενναιότητα, αγάπη και ειλικρίνεια...
- Πηγές
- Ι. Τσιάντης – Σ. Μανωλόπουλος (επιμέλεια): Σύγχρονα θέματα Παιδοψυχιατρικής. Εκδ. Καστανιώτης, 1987. Τόμος 1, σελ.3 – 30 (Ο. Πανοπούλου – Μαράτου), 31–42 (Σ. Μπεράτη), 91–122 (Μ. Γιωσαφάτ), 259–274 (Γ. Α. Βασιλείου).
- Ι. Τσιάντης (επιμέλεια): Βασική Παιδοψυχιατρική. Εκδ. Καστανιώτης, 1994. Τόμος 1, σελ. 131-158 (Θ. Δραγώνα), 193–218 (D. Black). Τόμος 2, σελ. 19–30 (Ι. Τσιάντης), 31–74 (Δ. Αναστασόπουλος).
- Ι. Τσιάντης: Ψυχική υγεία του παιδιού και της οκογένειας, Εκδ. Καστανιώτης, 1991, σελ. 19-44, 45-54, 79-96.
- Χάρις Κατάκη: Οι τρεις ταυτότητες της Ελληνικής Οικογένειας. Εκδ. Κέδρος, 1984.
- Ι.Μ. Σιγάλας: Από την εφηβεία στην αυτοδυναμία. Το πέρασμα στην ενηλικίωση, όπως καθρεφτίζεται στην ομαδική διεργασία. 3ο Πανελλήνιο Παδοψυχιατρικό Συνέδριο, Αθήνα, 2003. http://imsigalas.gr/?id=0201
- Ι.Μ. Σιγάλας: Εφηβεία και οικογένεια, εφηβεία και ομάδα. http://imsigalas.gr/?id=0202
- C. A. Colaruso, M.D: Adulthood. In: Kaplan & Sadock's: Comprehensive Textbook of Psychiatry, 8th edition, 2005. Lippincott, Williams. Wilkins.
- M. Fulchiero Gordon M.D.: Normal Child Development. In: Kaplan & Sadock's: Comprehensive Textbook of Psychiatry, 8th edition, 2005. Lippincott, Williams. Wilkins.
- C. S. Pataki, M.D.: Normal Adolescence. In: Kaplan & Sadock's: Comprehensive Textbook of Psychiatry, 8th edition, 2005. Lippincott, Williams. Wilkins.
- T. Berry Brazelton, MD, B. G. Cramer, MD: The Eartiest Relationship. Addison – Wsley pub.
- G. E. Vaillant: Triumps of Experience. The Men of the Harvard Grant Study. The Belknap Press of Harvard University Press, 2012.