Οι Συγκινησεις Και Η Απαρχη Του Ανθρωπινου
Αποσπάσματα ομιλίας του Humberto Maturana στο Συνέδριο «Στα όρια της Οικογενειακής Θεραπείας»

Αποσπάσματα ομιλίας του Humberto Maturana στο Συνέδριο
«Στα όρια της Οικογενειακής Θεραπείας»
Βρυξέλες, Μάιος 1989
Θα ήθελα αρχικά να εξηγήσω τι θέλω να κάνω και γιατί. Νομίζω ότι δεν μπορούμε και δεν είναι επιθυμητό να προσπεράσουμε την βιολογική κατάσταση της ανθρώπινης ύπαρξης. Είμαστε θηλαστικά ζώα. Και συγχρόνως δεν μπορούμε και δεν είναι επιθυμητό να προσπεράσουμε τον ειδικό τρόπο ζωής, που έχουμε σαν ανθρώπινα όντα και που μας κάνει το συγκεκριμένο είδος ζώων που είμαστε. Και όλοι μας καταλαβαίνουμε με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, ότι αυτά τα δύο πεδία, το πεδίο του κυρίως ανθρώπινου και το πεδίο του κυρίως βιολογικού, είναι διαφορετικά πεδία, αλλά αλληλοσυσχετίζονται. Επιπλέον θα έλεγα ότι αλληλοσυσχετίζονται με γενεσιουργό τρόπο, με την έννοια ότι το ένα είναι το θεμέλιο του άλλου. (Για να γίνει κατανοητό αυτό) θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Όλοι γνωρίζουμε ότι τα βιβλία αποτελούνται από σελίδες. Οι σελίδες δεν είναι βιβλία. Εάν πάρετε την τάξη των σελίδων και ψάξετε για βιβλία, θα βρείτε μόνο σελίδες. Εάν ψάξετε για σελίδες στην τάξη των βιβλίων, θα βρείτε βιβλία, δεν θα βρείτε σελίδες, αλλά θα βρείτε ότι τα βιβλία είναι φτιαγμένα από σελίδες δεμένες με κάποιο συγκεκριμένο τρόπο. Αυτό το ιδιαίτερο δέσιμο των σελίδων είναι που συγκροτεί τα βιβλία. Το γεγονός αυτό κάνει την σχέση ανάμεσα στα βιβλία και τις σελίδες γενεσιουργό, αν και τα βιβλία και οι σελίδες δεν ανήκουν σε αλληλοεπικαλυπτόμενες τάξεις ή σε αλληλοεπικαλυπτόμενα πεδία. Με τον ίδιο τρόπο τα βιολογικά φαινόμενα έχουν να κάνουν με την γένεση των καθαυτών ανθρώπινων φαινομένων. Και θεωρώ ότι, για να καταλάβει κάποιος το καθεαυτό ανθρώπινο, εφόσον υπάρχει γενεσιουργός σχέση, πρέπει να στρέψει την προσοχή του στην βιολογική επικράτεια και να δει ποια είναι η γενεσιουργός σχέση ανάμεσα σ' αυτό που είναι βιολογικό και σ' αυτό που είναι ανθρώπινο. Για τον λόγο αυτό θέλω να ασχοληθώ σ' αυτό το εργαστήρι με το ερώτημα της γένεσης του ανθρώπινου.
Για να μιλήσω για την απαρχή των ανθρώπινων όντων μελετώ την βιολογική ιστορία. Στην πραγματικότητα θα μιλήσω για την ιστορία των πρωτευόντων.
ώρα τι συμβαίνει με τις συγκινήσεις; Θέλω να μιλήσω για τις συγκινήσεις, γιατί πρώτον θεωρώ τις συγκινήσεις θεμελιώδη φαινόμενα στο βιολογικό πεδίο, και δεύτερον γιατί θεωρώ ότι μια συγκεκριμένη συγκίνηση είναι θεμελιώδης για την γένεση του ανθρώπινου. Και νομίζω ότι πολλά φαινόμενα του ανθρώπινου πεδίου δεν μπορούν να κατανοηθούν, εάν δεν μελετήσει κανείς τις συγκινήσεις. Και δεν μπορεί κανείς να μελετήσει σωστά τις συγκινήσεις, εάν δεν αναζητήσει την γενεσιουργό σχέση ανάμεσα στην βιολογική και την ανθρώπινη τάξη.
Αξίζει να αναφερθούμε σε μερικές θεμελιώδεις και λειτουργικές αντιλήψεις, που θα συμπεριληφθούν σ' αυτή την ανάλυση. Ένας χώρος θεμελιωδών αντιλήψεων έχει να κάνει με ό,τι αποτελεί μια εξήγηση. Δεν έχουμε σκεφθεί ποιο είναι το κριτήριο, που πρέπει να ικανοποιείται για να δεχθεί κάποιος μια συγκεκριμένη διατύπωση, ανάμεσα σε άλλες, σαν εξήγηση. Έτσι θα ήθελα πρώτα να πω λίγα λόγια για τις εξηγήσεις. Εάν πω «θέλω να εξηγήσω το φαινόμενο της Ζωής, το Ζην». Αν με ρωτήσετε «τι είναι το Ζην;». Και θα πω «ένα ζωντανό σύστημα είναι ένα σύστημα, που συγκροτείται με αυτόν τον συγκεκριμένο τρόπο». Και θα μου πείτε «α, ναι! Ευχαριστούμε!». Τι έχει συμβεί εδώ; Πρώτα απ' όλα έχω προτείνει μια αναδιατύπωση. Έχω παρουσιάσει το ίδιο πράγμα με διαφορετικό τρόπο. Και είναι ο ακροατής που αποδέχεται μια συγκεκριμένη πρόταση σαν αναδιατύπωση του φαινομένου που εξηγείται. Έτσι αυτό που κάνει μια πρόταση εξήγηση είναι ο ακροατής. Κάθε εξήγηση είναι μια αναδιατύπωση της εμπειρίας του προς εξήγησιν φαινομένου, αποδεκτή από τον ακροατή. Έτσι, οι εξηγήσεις δεν είναι εξηγήσεις από μόνες τους. Για τον λόγο αυτό θεωρώ ενδιαφέρον να κάνω φανερό το κριτήριο, που χρησιμοποιώ για να αποδέχομαι συγκεκριμένες αναδιατυπώσεις σαν εξηγήσεις συγκεκριμένων φαινομένων.
Το άλλο σημείο είναι ότι αυτές οι αναδιατυπώσεις μπορούν να έχουν αρκετούς τύπους. Ή τουλάχιστον τις ακούμε με δύο τρόπους. Μερικές φορές τις ακούμε σαν περιγραφές του ίδιου πράγματος με άλλο τρόπο. Και κάποιες φορές τις ακούμε σαν προτάσεις μηχανισμών, που, αν τους επιτρέψουμε να λειτουργήσουν, θα παράγουν το φαινόμενο που εξηγούμε. Για παράδειγμα, τι είναι ένα ζωντανό σύστημα; Και λέω «ένα ζωντανό σύστημα είναι ένα σύστημα που συγκροτείται σαν δίκτυο μοριακών αλληλεπιδράσεων, που καταλήγουν στην παραγωγή μορίων, τα οποία, αλληλεπιδρώντας μεταξύ τους, παράγουν το ίδιο δίκτυο που τα παράγει και καθορίζει τα όριά του». Πρόκειται για μια τεχνική εξήγηση του τι είναι ένα ζωντανό σύστημα, αλλά αυτό που λέω είναι ότι «εάν ένα σύστημα έχει αυτά τα χαρακτηριστικά και το αφήσεις να λειτουργήσει, αυτό που θα δεις είναι βιολογικά φαινόμενα». Οι επιστημονικές εξηγήσεις είναι αναδιατυπώσεις αυτού του τύπου. Οι επιστημονικές εξηγήσεις είναι προτάσεις μηχανισμών, που, αν τους επιτραπεί να λειτουργήσουν, το αποτέλεσμα τις λειτουργίας τους είναι το προς εξήγησιν φαινόμενο. Έτσι, αν θέλω να εξηγήσω την γένεση της ανθρωπότητας, αυτό που πρέπει να σας προτείνω είναι ένα σύστημα, που, αν το αφήσω να λειτουργήσει, θα προκύψει η ανθρωπότητα σαν αποτέλεσμα της λειτουργίας του. Μιλώ για φαινόμενα, που ισχυρίζομαι ότι έχουν συμβεί τρία εκατομμύρια χρόνια πριν. Δεν μπορώ να παράγω αυτά τα φαινόμενα εδώ. Αλλά αυτό που λέω είναι ότι «εάν αυτά και αυτά και αυτά έχουν συμβεί τρεισήμισι εκατομμύρια χρόνια πριν, τότε αυτές και αυτές και αυτές θα ήταν οι συνέπειές τους». Και αυτό θα μπορούσε να είναι ένας μηχανισμός του οποίου αποτέλεσμα θα ήταν η Ανθρωπότητα. Λοιπόν αυτό μπορείτε να περιμένετε από μένα. Την πρόταση ενός μηχανισμού, που θα είναι ένας ιστορικός μηχανισμός, τέτοιος που, μέσα από την αυθόρμητη λειτουργία του, θα μπορούσε να προκύψει η Ανθρωπότητα. Ή θα μπορούσε να έχει προκύψει.
Αλλά για να κάνω αυτό, πρέπει να ασχοληθώ με κάποια βιολογικά φαινόμενα. Και ειδικά με τα εξελικτικά βιολογικά φαινόμενα. Και εδώ πρόκειται να απομακρυνθώ από την παράδοση. Στην παραδοσιακή εξελικτική έρευνα αυτό που προτείνεται σαν γενεσιουργός μηχανισμός ενός νέου είδους είναι η φυσική επιλογή. Θα απομακρυνθώ από αυτό. Θα προσπαθήσω να δείξω ότι η φυσική επιλογή είναι συνέπεια, όχι γενεσιουργός μηχανισμός. Αλλά, αν είναι έτσι, πρέπει να προτείνω τον γενεσιουργό μηχανισμό, μέσω του οποίου ρέει η εξέλιξη. Και γι' αυτό θέλω να κάνω μερικές συστημικές θεωρήσεις. Αυτές οι θεωρήσεις ισχύουν σε κάθε σύστημα. Τα συστήματα είναι συναθροίσεις οντοτήτων αλληλοσυνδεδεμένων με κάποιο ειδικό τρόπο. Μια μοναδική ατομική οντότητα δεν είναι σύστημα και, αν θέλετε να μιλήσετε γι' αυτήν σαν να ήταν σύστημα, τότε πρέπει να την διασπάσετε σε τμήματα και να τα συνδέσετε με κάποιο τρόπο. Θα μπορούσε να είναι μια δυναμική αλληλεπίδραση ή μια στατική αλληλεπίδραση. Το σύστημα μπορεί να υπάρχει σαν ένας κρύσταλλος ή σαν μια οντότητα σε διαρκή αλλαγή. Και αυτό που είναι ενδιαφέρον είναι ότι, όποτε μιλάς για το σύστημα, κάνεις διάκριση μιας οντότητας σε κάποια περιοχή χωρική, χρονική, χωροχρονική, πολιτισμική κλπ. Στην πολιτισμική περιοχή οι θεσμοί είναι συστήματα. Οι ένοπλες δυνάμεις για παράδειγμα είναι ένα ενδιαφέρον είδος συστήματος. Ο στρατός συνιστά μια οντότητα στον χώρο των ανθρώπινων σχέσεων. Ένας κρύσταλλος είναι σύστημα στον χώρο των μορίων, στον μοριακό χώρο. Η οικογένεια είναι σύστημα στον κοινωνικό χώρο. Λοιπόν, κάθε σύστημα συγκροτείται μέσα από έναν συγκεκριμένο τρόπο αλληλεπίδρασης των συστατικών του και αυτός ο συγκεκριμένος τρόπος είναι η οργάνωσή του. Η οργάνωση είναι αναγκαστικά μια σταθερά. Αυτό δεν σημαίνει ότι η οργάνωση είναι στατική. Σημαίνει μόνο ότι, εάν αλλάξουμε αυτή την αλληλεπίδραση, το σύστημα αποσυντίθεται. Συνεπώς κάθε σύστημα ορίζεται από μια συγκεκριμένη διαμόρφωση σχέσεων, που πρέπει να είναι παρούσες, αλλιώς το σύστημα παύει να υπάρχει. Συνεπώς τα συστήματα είναι. εξορισμού συντηρητικά. Αυτή η δήλωση μερικές φορές συναντά αντίδραση, γιατί έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε τα συστήματα να ρέουν, ενώ επιθυμούμε την μονιμότητα. Και επιθυμούμε την μονιμότητα, γιατί μας στενοχωρεί το τέλος των συστημάτων. Κάθε σύστημα έχει μια οργάνωση, που το καθορίζει, και που πρέπει να διατηρείται, και μια δομή, που μπορεί να αλλάξει. Μπορείς να έχεις δομικές αλλαγές, στις οποίες η οργάνωση εξαφανίζεται, και δομικές αλλαγές, στις οποίες η οργάνωση διατηρείται. Και ξαναλέγω ότι αυτό είναι γενικό για κάθε σύστημα. Και εφόσον παίρνουμε στα σοβαρά την συστημική αντίληψη, ότι τα συστήματα είναι συντηρητικά στην οργάνωσή τους, τότε γνωρίζουμε ότι έχουν την δυνατότητα της ευμεταβλητότητας στην δομή. Ένα δυναμικό σύστημα, ένα σύστημα με συνεχώς μεταβαλλόμενη δομή, θα παραμείνει το ίδιο όσο διατηρείται η οργάνωσή του. Και γνωρίζουμε επίσης εξαιτίας αυτού, ότι ένα σύστημα διακρίνεται μέσα σε ένα μέσο, σε ένα περιβάλλον, του οποίου ο παρατηρητής είναι μέρος την στιγμή της διάκρισης. Ανάμεσα στο σύστημα και το περιβάλλον του υπάρχει μια σχέση αντιστοιχίας. Την στιγμή που σταματά η αντιστοιχία, οι αντιδράσεις με το μέσον αποδεσμεύονται και προκαλούν δομικές αλλαγές, που καταλήγουν στην αποσύνθεση του συστήματος. Έτσι κάθε σύστημα βρίσκεται πάντα σε αντιστοιχία με το περιβάλλον του, εφόσον διατηρείται η οργάνωσή του. Η απώλεια της οργάνωσης μπορεί να είναι αποτέλεσμα της εσωτερικής δυναμικής του συστήματος, αν οι δομικές αλλαγές που συμβαίνουν καταλήγουν σε μη διατήρηση της οργάνωσης, ή αλλαγών του περιβάλλοντος, που μπορεί να παύσει να βρίσκεται σε αντιστοιχία με το σύστημα. Έτσι σύστημα και περιβάλλον αλλάζουν μαζί. Το σύστημα και το περιβάλλον έχουν διαφορετικές δυναμικές. Και εάν η δυναμική του περιβάλλοντος αλλάξει με τέτοιο τρόπο, ώστε να μη μπορεί να αναγνωρίσει πλέον την αντιστοίχιση της με το σύστημα, το σύστημα αποσυντίθεται. Στην Βιολογία αυτό το μέσον, που είναι σε αντιστοίχιση με το σύστημα, καλείται βιολογικό υπόστρωμα (niche). Αν η δομή ενός συστήματος αλλάζει, αλλάζει ανάλογα και το υπόστρωμά του, και η οργάνωση διατηρείται. Εάν το υπόστρωμα δεν αλλάξει αντίστοιχα, αυτό σημαίνει ότι παύει να είναι υπόστρωμα και το σύστημα αποσυντίθεται. Αυτό ισχύει για κάθε σύστημα, και κάθε χώρο ύπαρξης.
Τώρα, αν θέλουμε να μιλήσουμε για την εξέλιξη των ζωντανών συστημάτων, ούτως ώστε να μπορέσουμε να μιλήσουμε για την γέννηση της Ανθρωπότητας, πρέπει να αναρωτηθούμε τι καθορίζει τα διάφορα είδη των ζωντανών συστημάτων. Πρώτα απ' όλα πρέπει να θυμηθούμε ότι τα ζωντανά συστήματα είναι δυναμικά συστήματα, που σημαίνει ότι βρίσκονται σε συνεχή δομική αλλαγή. Δεν χρειάζεται να εξηγήσουμε την αλλαγή στα ζωντανά συστήματα. γιατί (η αλλαγή) είναι συστατική κατάσταση των ζωντανών συστημάτων. Αυτό που πρέπει να εξηγηθεί είναι η πορεία, το μονοπάτι, που ακολουθεί η αλλαγή στα ζωντανά συστήματα. Όχι πώς έγινε και το σύστημα άλλαξε, αλλά πώς έγινε και ακολούθησε αλλάζοντας την μία ή την άλλη κατεύθυνση. Αυτό ισχύει για κάθε δυναμικό σύστημα. Συνεπώς στην ιστορία των ζωντανών συστημάτων, δεν είναι η αλλαγή που πρέπει να εξηγηθεί, αλλά η πορεία, το μονοπάτι, που ακολουθεί η αλλαγή. Στο θέμα όμως αυτό γνωρίζουμε ορισμένα πράγματα. Από ότι έχω μόλις πει, ξέρουμε ότι κάθε κατεύθυνση, που ακολουθείται από ένα σύστημα που αλλάζει, θα γίνεται σε συνθήκες διατήρησης της οργάνωσης, άρα σε αντιστοίχιση με το περιβάλλον. Αλλιώς το σύστημα αποσυντίθεται. Στην πορεία αυτή η δομή του μπορεί να αλλάζει συνεχώς, αλλά η οργάνωση διατηρείται. Αυτό σημαίνει ότι θα το καλούμε με το ίδιο όνομα. Όταν χρησιμοποιούμε ένα όνομα, υποσημαίνουμε. Και αυτό που υποσημαίνουμε είναι η οργάνωση του συστήματος. Η διατήρηση της ταυτότητας ενός συστήματος σχετίζεται με την διατήρηση της οργάνωσής του. Συνεπώς αν επρόκειτο να πω ότι δύο ζώα ανήκουν στο ίδιο είδος, θα εννοούσα ότι οι οργανώσεις τους είναι ίδιες, όχι οι δομές. Όταν άλλοι βιολόγοι αναφέρονται σε είδη αναφοράς, εννοούν μια ειδική σωματική διαμόρφωση και κάποιες φορές, στις ημέρες μας, μια ειδική γενετική σύσταση. Όμως η σωματική διαμόρφωση είναι μια στιγμή σ' αυτό που καθορίζει ένα είδος του οργανισμού. Π.χ. ας δούμε τον γυρίνο. Οι βάτραχοι στο θέμα αυτό είναι ικανοποιητικό παράδειγμα, γιατί αρχίζουν σαν αυγά, μεταμορφώνονται σε έμβρυα, τα έμβρυα αναπτύσσονται σε γυρίνους, που μοιάζουν με μικρά ψάρια, και οι γυρίνοι βγάζουν πόδια και γίνονται βάτραχοι. Όλες αυτές οι οντότητες είναι στιγμιότυπα στην ιστορική ανάπτυξη ενός οργανισμού, ενός ζώου, του βατράχου. Και η μορφή του γυρίνου και η μορφή του βάτραχου είναι πολύ διαφορετικές. Έτσι δεν αναφερόμαστε στην μορφή του ζώου σε κάποια ιδιαίτερη στιγμή της παρατήρησης. Συχνά οι μοντέρνοι βιολόγοι θεωρούν ότι το είδος καθορίζεται από την γενετική του σύσταση. Διαφωνώ με αυτή την πρόταση. Το είδος δεν ορίζεται από την γενετική του σύσταση. Δεν είναι η γενετική που μας κάνει ανθρώπινα όντα. Η γενετική σύσταση είναι μια θεμελιώδης συνθήκη, αλλά δεν είναι αυτή που μας κάνει ανθρώπινα όντα. αυτό που καθορίζει ένα είδος είναι ένας τρόπος ζωής, ο οποίος διατηρείται αναπαραγωγικά από γενεά σε γενεά δημιουργώντας έτσι μια γενεαλογική γραμμή. Φανταστείτε μια οικογένεια, μια συνηθισμένη οικογένεια. Έχουν έναν επισκέπτη στο σπίτι και του προσφέρουν πρωινό, που περιέχει ορισμένες τροφές. Και ο επισκέπτης κοιτάζει το φαγητό και του λένε «λοιπόν στην οικογένειά μας έχουμε πάντα αυτό το πρωινό». Αυτό που λένε είναι ότι «ορίζουμε τους εαυτούς μας σαν οικογένεια, μεταξύ άλλων, μέσα από την διατήρηση ενός τρόπου να παίρνουμε πρωινό. Από τον καιρό του προ-προ-προ-πάππου μας αυτό το είδος πρωινού έπαιρναν καθημερινά στην οικογένειά μας». Έτσι η διατήρηση του τρόπου λήψης πρωινού, είναι μέρος της ταυτότητας αυτής της οικογένειας. Ένας τρόπος λήψης πρωινού είναι ένας τρόπος ζωής. Τα ζωντανά συστήματα ανήκουν σε διάφορα είδη, σύμφωνα με τον τρόπο ζωής, που διατηρείται στην γενεαλογική γραμμή, στην οποία ανήκουν. Εάν παρατηρήσετε έναν βάτραχο, θα δείτε ότι έχει έναν τρόπο ζωής. Εάν κοιτάξετε έναν φρύνο, που είναι ένα διαφορετικό είδος αυτού του τύπου ζώων, θα βρείτε έναν διαφορετικό τρόπο ζωής. Οι βάτραχοι αποθέτουν τα αυγά τους σε μη στάσιμα νερά, κοντά σε τρεχούμενα νερά, ενώ οι θηλυκοί φρύνοι αποθέτουν τα αυγά τους στην ράχη του αρσενικού και όλη η εμβρυϊκή ανάπτυξη γίνεται εκεί. Και δεν ζουν στο νερό. Είναι ένας εντελώς διαφορετικός τρόπος ζωής, που έχει διατηρηθεί από γενεά σε γενεά. Αυτός ο τρόπος ζωής δεν καθορίζεται από την γενετική. Η γενετική τον καθιστά δυνατό, αλλά δεν τον καθορίζει. Η γενετική προσδιορίζει ένα πεδίο δυνατοτήτων, ποιες από αυτές όμως θα πραγματοποιηθούν εξαρτάται από τον τρόπο, με τον οποίο ο οργανισμός αρχίζει να ζει και τις περιστάσεις, στις οποίες βρίσκεται στην πορεία του, έτσι ώστε να ακολουθεί έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής, που διατηρείται, εξαιτίας της συνολικής αντιστοίχισης των περιστάσεων ανάμεσα στην συγκρότησή του και στο μέσον, μέσα στο οποίο εμφανίζεται. Και αυτό που λέω είναι ότι τα είδη, οι ζωντανοί οργανισμοί, είναι γενεαλογικές γραμμές, ή συστήματα γενεαλογικών γραμμών, που χαρακτηρίζονται από την διατήρηση ενός συγκεκριμένου τρόπου ζωής. Συνεπώς, αν κάποιος θέλει να καταλάβει ένα ζωντανό σύστημα, πρέπει να αναρωτηθεί ποιος είναι ο τρόπος ζωής που το καθορίζει. Ταυτόχρονα όμως, όσο ο οργανισμός ζει, υπάρχει μια περιοχή μεταβλητότητας γύρω του. Η δομή μπορεί να αλλάξει, αλλά όσο ο τρόπος ζωής διατηρείται, το σύστημα παραμένει το ίδιο. Η παραγωγή νέων ειδών συμβαίνει την στιγμή, κατά την οποία ένας νέος τρόπος ζωής αρχίζει να διατηρείται. Και μια νέα γενεαλογική γραμμή σχηματίζεται. Από ποια περιοχή μεταβλητών θα ξεκινήσει ο νέος τρόπος ζωής, ο οποίος πρόκειται να διατηρηθεί; Από την περιοχή μεταβλητών γύρω από την διατήρηση του προηγούμενου τρόπου ζωής. Έτσι, αν θέλουμε να μάθουμε πώς εμφανίστηκε η ανθρωπότητα, πρέπει να κάνουμε δύο ερωτήσεις: Πρώτο, ποιος ήταν ο τρόπος ζωής που καθόριζε μια γενεαλογική γραμμή, τέτοια, ώστε οι μεταβλητές γύρω από την διατήρησή της συγκροτούσαν την πιθανότητα εμφάνισης νέου τρόπου ζωής, ο οποίος στη συνέχεια διατηρήθηκε (και έτσι συγκροτήθηκε η ανθρώπινη γενεαλογική γραμμή); Ποιος ήταν ο τρόπος ζωής των προγόνων μας (που δεν ήταν άνθρωποι); Και, δεύτερο, τι συνιστά τα ανθρώπινα όντα σαν το ιδιαίτερο είδος ζώου που είμαστε (για να μπορέσουμε να δούμε κάτω από ποιες συνθήκες αυτή η ιδιαιτερότητα εμφανίστηκε σαν μεταβλητή στην διατήρηση ενός άλλου τρόπου ζωής); Είναι δυνατό να απαντήσουμε αυτές τις ερωτήσεις, εάν δούμε τι ξέρουμε για την ιστορία των πρωτευόντων στα οποία ανήκουμε, καθώς και τι χαρακτηρίζει τον τωρινό τρόπο ζωής μας. Σύμφωνα με ποιες λειτουργίες μπορεί κανείς να διακρίνει μεταξύ ανθρώπινων όντων και μη ανθρώπινων όντων;. Η ιστορία της ψυχής των Ινδιάνων έχει να κάνει με αυτό. Για να είσαι άνθρωπος ήταν βασικό να έχεις ψυχή. Και το ερώτημα ήταν πώς ξέρει κανείς, αν αυτά τα όντα έχουν ψυχή ή όχι, και αυτό είχε να κάνει με την θρησκεία. Εάν μπορούσαν να προσηλυτισθούν στον Χριστιανισμό ή όχι και ούτω καθεξής. Έτσι πρέπει να συλλογιστούμε τι ψάχνουμε, όταν θέλουμε να διακρίνουμε ένα ανθρώπινο ον. Τι περιμένουμε να συμβεί στην ιστορία του, έτσι ώστε να πούμε «να ένα ανθρώπινο ον!». Αυτό που ξέρουμε από μελέτες απολιθωμάτων ηλικίας τρεισήμισι εκατομμυρίων ετών, που βρέθηκαν στην Βόρεια Αφρική και σε άλλα μέρη της Αφρικής, είναι ότι υπήρχαν πρωτεύοντα ζώα της ίδιας οικογένειας με εμάς, δηλαδή δίποδα, με το ίδιο σώμα και περίπου το ίδιο μέγεθος. Περπατούσαν πάντοτε όρθια κι έτσι είχαν χέρια και πόδια σαν κι εμάς. Είχαν διαφορετικές αναλογίες στα ισχία και διαφορετικό σχήμα χεριών, ο εγκέφαλός τους ήταν μικρότερος, το σχήμα του προσώπου τους ήταν διαφορετικό. Αλλά αυτά τα όντα είχαν δόντια σαν κι εμάς, με σχετικά πεπλατυσμένη επιφάνεια, δηλαδή δόντια ζώων που τρώνε καρπούς και σπόρους που βρίσκονται στο έδαφος. Σίγουρα μπορεί να έτρωγαν έντομα, σκουλήκια διαφόρων ειδών, ρίζες ίσως, αλλά το σχήμα των δοντιών τους ήταν σχήμα δοντιών, που ανήκουν σε ζώα που συλλέγουν την τροφή τους. Δεν ήταν κυνηγοί. Γνωρίζουμε επίσης, εξετάζοντας τα απολιθώματα αυτά, ότι ζούσαν σε μικρές ομάδες, σαν σόγια ή οικογένειες δώδεκα περίπου ατόμων. Ενήλικες, νέοι και μωρά. Το ξέρουμε αυτό γιατί κάτω από κάποιες συνθήκες, τα μέλη ολόκληρων ομάδων πέθαναν συγχρόνως σε σπηλιές και βρέθηκαν μαζί. Εμείς οι μοντέρνοι άνθρωποι ζούμε σε μικρές ομάδες αυτού του είδους. Οι οικογένειες είναι μικρές ομάδες. Η βιολογική συγκρότηση των ζωντανών συστημάτων δεν καθορίζει πότε θα συμβεί κάτι στην ατομική ιστορία. Αλλά τίποτα δεν συμβαίνει, αν δεν το επιτρέπει η βιολογία. Συνεπώς υπάρχουν συγκεκριμένα πράγματα, που, αν συνέβησαν, μας αποκαλύπτουν ότι είχαμε τις βιολογικές προϋποθέσεις για να συμβούν. Υπάρχουν πράγματα που δεν συνέβησαν, γιατί δεν είχαμε τις βιολογικές προϋποθέσεις, και άλλα πράγματα που δεν συνέβησαν, απλώς επειδή η ιστορία της ζωής μας ήταν τέτοια, που δεν επέτρεψε να συμβούν. Ένα από τα μοντέρνα χαρακτηριστικά μας είναι ότι μοιραζόμαστε την τροφή. Το να μοιράζεται κανείς τροφή δεν σημαίνει ότι αφήνει τον άλλον να τρώει δίπλα του. Είναι να παίρνει την τροφή από το στόμα του και να την βάζει στο στόμα του άλλου. Τα παιδιά το κάνουν αυτό. Τρώνε κάτι και το βγάζουν από το στόμα και το βάζουν στο στόμα της μητέρας ή του αδελφού ή των ενηλίκων κοντά τους. Ή οι ενήλικες παίρνουν την τροφή από το στόμα τους και την βάζουν στο στόμα του παιδιού τους. Και σε πολλά μέρη οι ενήλικες παίρνουν την τροφή από το στόμα τους και την βάζουν στο στόμα ενός ηλικιωμένου, που δεν έχει δόντια. Μασούν την τροφή και την δίνουν στους γέρους, που δεν έχουν δόντια να μασήσουν οτιδήποτε. Έχουμε αντιρρήσεις σήμερα να μοιραστούμε τροφή κατευθείαν από το στόμα μας, γιατί θεωρούμε ότι θα είναι βρώμικη με ιούς κάποιου είδους ή βακτηρίδια, αλλά την εποχή στην οποία εμφανίστηκε η ανθρωπότητα, δεν υπήρχε αυτός ο φόβος. Έχουμε λοιπόν την βιολογία του μοιράσματος της τροφής. Αυτό γίνεται επίσης φανερό, αν σκεφθούμε τι μας συμβαίνει αν κάποιος μας παρακαλέσει να του δώσουμε τροφή. Αν κάποιος σας παρακαλέσει για τροφή και δεν μοιραστείτε τροφή μαζί του, τότε έχετε πρόβλημα. Γιατί έχουμε την βιολογία αυτών που συλλέγουν και μοιράζονται τροφή. Τώρα το ότι είμαστε συλλέκτες γίνεται φανερό σε διάφορα πράγματα. Πρώτα απ' όλα η γεωργία είναι ένας τρόπος να παραμένουμε συλλέκτες. Είναι αλήθεια ότι βάζουμε τον σπόρο, αλλά μετά μαζεύουμε αυτό που πρόκειται να φάμε. Η επιτυχία των σούπερ μάρκετ είναι μια έκφραση της συλλεκτικής μας βιολογίας. Παμε εκεί, συλλέγουμε πράγματα και αφήνουμε άλλα πράγματα. Κινούμαστε στον χώρο, όπως σε ένα δάσος, μαζεύοντας ότι θέλουμε, αφήνοντας ότι δεν θέλουμε και περνώντας καλά. Η μεγάλη επιτυχία των σούπερ μάρκετ έχει να κάνει με την βιολογία του συλλέκτη. Έτσι ξέρουμε ότι, τρεισήμισι εκατομμύρια χρόνια πριν, κάποιοι πρόγονοί μας ήταν συλλέκτες. Επειδή ζούσαν σε μικρές ομάδες μπορούμε να υποθέσουμε ότι μοιράζονταν τροφή. Περπατούσαν όρθιοι σαν εμάς. Και μπορούμε επίσης να υποθέσουμε ότι στις σεξουαλικές τους συνήθειες διέφεραν από άλλα πρωτεύοντα. Σχεδόν σίγουρα η σεξουαλική τους επαφή γινόταν σε μετωπιαία προσέγγιση. Επιπλέον εκείνοι οι άνθρωποι είχαν κάποια άλλα χαρακτηριστικά, που είναι παρόντα σε άλλα πρωτεύοντα. Χάιδευαν ο ένας τον άλλον. Το χάδι είναι μια δραστηριότητα που ανοίγει χώρο για συνάντηση και κοντινότητα. Είναι αισθησιακή δραστηριότητα. Η σεξουαλικότητα πρόσωπο με πρόσωπο και το χάδι δημιουργούν χώρο για αισθησιακή κοντινότητα και επίσης δίνουν την δυνατότητα να κοιτάζει ο ένας τον άλλον. Η σημασία της έκφρασης του προσώπου στην σεξουαλικότητα έχει να κάνει με αυτή την βιολογία της επαφής πρόσωπο με πρόσωπο, που έχει να κάνει με το γεγονός ότι είμαστε δίποδα. Έτσι οι πρόγονοί μας τρεισήμισι εκατομμύρια χρόνια πριν πρέπει να ζούσαν σε μικρές ομάδες των δώδεκα περίπου ατόμων. Ήταν κυρίως συλλέκτες. Το κυνήγι πρέπει να υπήρχε μάλλον περιστασιακά. Ακόμη και κοινωνίες κυνηγών δεν είναι μόνο κυνηγοί. Η σεξουαλικότητα και ο αισθησιασμός ήταν ένας σημαντικός τρόπος ζωής. Όπως είναι και για μας. Και υπάρχει κάτι ακόμα. Το ανθρώπινο παιδί γεννιέται σχεδόν ανήμπορο. Τόσο ανήμπορο, που αν δεν το φροντίσουν, πεθαίνει. Το μωρό του χιμπαντζή δεν γεννιέται τόσο ανήμπορο. Μπορεί να κρατηθεί από το τρίχωμα της μητέρας του. Και λίγες ώρες μετά την γέννησή του μπορεί να σκαρφαλώσει. Έτσι ανήκουμε σε μια γενεαλογική γραμμή, στην οποία η συνεργασία στην φροντίδα των παιδιών έχει κεντρική σημασία. Επιπλέον ισχυρίζομαι ότι στο αρσενικό του ανθρώπου η ενασχόληση για την φροντίδα των παιδιών δεν είναι πολιτισμικό, είναι βιολογικό χαρακτηριστικό. Η ικανότητα των ανδρών να φροντίζουν μωρά, με όλες τις πράξεις και συγκινήσεις που περιλαμβάνονται σ' αυτό, είναι βιολογικό χαρακτηριστικό.
Τώρα ας σκεφθούμε κάτι άλλο, που συνιστά μια ιδιαιτερότητα, όπως θα δούμε, των ανθρώπων. Είναι η γλώσσα. Είμαστε ζώα που χρησιμοποιούν γλώσσα. Και τι είναι η γλώσσα σαν βιολογικό φαινόμενο; Οι πιο συχνές περιγραφές της γλώσσας την περιγράφουν σαν ένα σύστημα συμβολικής επικοινωνίας. Ισχυρίζομαι ότι για να διευκρινίσουμε την διάκριση που κάνουμε για να ορίσουμε την γλώσσα, θα πρέπει να εστιάσουμε αλλού. Έτσι αυτό που λέω είναι ότι η γλώσσα είναι ένα σύστημα συναινετικών συνδυασμών, που αποτελείται από συναινετικούς συνδυασμούς πράξεων. Και αυτό δεν έχει να κάνει με ένα τελετουργικό που μεταφέρεται φυλογενετικά, αλλά με τον τρόπο που ζει κανείς μια προσωπική ζωή. Με τον ίδιο αυτό τρόπο μεγαλώνει το παιδί. Εάν το παιδί δεν μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον ανθρώπων που χρησιμοποιούν γλώσσα, τότε δεν αναπτύσσει γλώσσα. Η βιολογία το κάνει δυνατό, αλλά δεν το καθορίζει. Έτσι, αν η χρήση γλώσσας σημαίνει να είναι κανείς σε συνδυασμούς συνδυασμών πράξεων, τότε η απαρχή της γλώσσας προϋποθέτει τις συνθήκες, μέσα στις οποίες συνδυασμοί συνδυασμών πράξεων μπορούν να συμβούν. Και αυτό απαιτεί στενές αλληλεπιδράσεις και επίσης την δυνατότητα ενός χώρου συνδυασμών πράξεων. Και αυτό που έχω περιγράψει σαν τις συνθήκες ζωής των προγόνων μας τρεισήμισι εκατομμύρια χρόνια πριν σε μικρές ομάδες, με μοίρασμα τροφής, με τρυφερότητα, με το αρσενικό να συμμετέχει στην φροντίδα των παιδιών, είναι η σύσταση ενός χώρου αλληλεπιδράσεων, στον οποίο συνδυασμοί πράξεων θα συνέβαιναν απαραίτητα και συνδυασμοί συνδυασμών πράξεων θα εμφανίζονταν. Συνεπώς αυτές οι συνθήκες είναι αναγκαίες και επαρκείς για την γέννηση της γλώσσας. Παρόλα αυτά από μόνες τους δεν το έκαναν βέβαιο ότι θα εμφανιζόταν η γλώσσα. Όμως εμείς είμαστε το παρόν αυτής της ιστορίας, και έτσι ξέρουμε ότι γεννήθηκε η γλώσσα. Το ανθρώπινο είδος συγκροτείται την στιγμή που γεννιέται η γλώσσα και, στην πραγματικότητα, εγκαθιδρύεται όταν η γλώσσα γίνεται μέρος του τρόπου ζωής του, που διατηρείται.
Tώρα θα μιλήσω για τις συγκινήσεις. Εφόσον δέχομαι ότι δεν μπορώ να διακρίνω ανάμεσα στην αντίληψη και στην ψευδαίσθηση. αναρωτιέμαι ποια διακριτική λειτουργία έχω. για να διακρίνω μια συγκίνηση; Εάν θέλω να έρθω στο γραφείο και να πω σε έναν φίλο «θα ζητήσω από το αφεντικό αύξηση μισθού» και το αφεντικό είναι θυμωμένο και ο φίλος μου το ξέρει, πιθανώς θα μου πει «μη του μιλήσεις τώρα. Είναι θυμωμένος και δεν θα σου δώσει αύξηση». Η αύξηση μισθού δεν είναι μια πράξη που μπορεί να εκτελέσει ένα θυμωμένο αφεντικό. Δεν είναι μια από τις πράξεις που εκτελεί ένα θυμωμένο αφεντικό. Αν κάποιος έχει κατάθλιψη και είστε γιατρός, μπορεί να πείτε στην γυναίκα του «κοίταξε, ο άντρας σου έχει κατάθλιψη. Μπορεί να αποπειραθεί να αυτοκτονήσει». Αναφέρεστε σε πράξεις. Διακρίνουμε το πεδίο των πράξεων, μέσα στο οποίο βρίσκεται το πρόσωπο ή το ζώο, και σύμφωνα με το πεδίο πράξεων που διακρίνουμε, μιλάμε για μια συγκεκριμένη συγκίνηση. Λέω λοιπόν ότι μια συγκίνηση είναι ένα πεδίο συμπεριφορών ή ένα πεδίο πράξεων, που συγκροτείται μέσα από συγκεκριμένες σωματικές δυναμικές, τέτοιες ώστε να συμπεριφερόμαστε σε ένα συγκεκριμένο πεδίο και όχι σε άλλο. Αν σε αγγίξω, αυτό αποτελεί χάδι ή ενόχληση, και αυτό εξαρτάται από το πεδίο πράξεων, μέσα στο οποίο αυτό συμβαίνει. Με άλλα λόγια λέω ότι οι πράξεις καθορίζονται από συγκινήσεις. Δεν είναι η λειτουργία που συνιστά την πράξη, αλλά η συγκίνηση, κάτω από την οποία γίνεται. Αυτό σημαίνει ότι δεν κάνουμε τίποτα που δεν στηρίζεται σε μια συγκίνηση. Δεν υπάρχει καμία ανθρώπινη πράξη που να βρίσκεται έξω από ένα πεδίο πράξεων και, ως εκ τούτου, δεν νοείται πράξη χωρίς συγκίνηση. Τώρα θέλω να πω ότι αυτό αφορά όλα τα ζώα. Αν μπείτε στο σπίτι σας το βράδυ, ανάψετε το φως στην κουζίνα και δείτε μια κατσαρίδα να περπατάει ήρεμα στο πάτωμα, μπορείτε να πείτε «α, μια κατσαρίδα περπατάει ήρεμα στο πάτωμα» και κάποιος μπορεί να σας πει «κάνεις προβολή, προβάλεις κάτι ανθρώπινο στην κατσαρίδα». Λέω όχι, γιατί διακρίνετε το πεδίο πράξεων, μέσα στο οποίο βρίσκεται η κατσαρίδα. Εάν φωνάξετε «μία κατσαρίδα!!!» και η κατσαρίδα αρχίσει να τρέχει φρενιασμένα από την μια πλευρά στην άλλη, λέτε «η κατσαρίδα φοβήθηκε». Πάλι δεν προβάλετε, αλλά διακρίνετε το πεδίο πράξεων, μέσα στο οποίο βρίσκεται η κατσαρίδα. Μια κατσαρίδα που διασχίζει την κουζίνα αργά και ήρεμα μπορεί να φάει, να συναντήσει μια άλλη κατσαρίδα, οι δύο κατσαρίδες μπορεί να φέρουν σε επαφή τις κεραίες τους, να συντονιστούν, ακόμα και να ζευγαρώσουν. Αλλά μια κατσαρίδα που τρέχει από την μια άκρη στην άλλη, δεν μπορεί να φάει, αν συναντήσει μια άλλη κατσαρίδα περνά από πάνω της ή την αγγίζει λίγο σε μια άκρη, αλλά πρόκειται για εντελώς διαφορετικό πεδίο πράξεων. Όλα τα ζώα, από τα βακτηρίδια μέχρι τους ανθρώπους, έχουν συγκινήσεις σαν πεδία πράξεων. Τα βακτηρίδια έχουν μαστίγια. Ένα μαστίγιο, που μπορούν να κινούν με δύο τρόπους, περιστρέφοντάς το σαν τρυπάνι. Και αυτά είναι τα δύο πεδία πράξεων, στα οποία κινούνται τα βακτηρίδια. Τουλάχιστον αυτά τα δύο. Με αυτή την έννοια αυτά τα πεδία πράξεων δεν διαφέρουν από τα δικά μας. Αλλά εμείς τα ανθρώπινα όντα, έχουμε περισσότερα πεδία πράξεων από τα βακτηρίδια. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι, όταν μιλάμε για συγκινήσεις, μιλάμε συνήθως σαν να έχουμε κάτι μέσα μας, όπως ο φόβος ή η αγάπη. Και είμαστε ανίκανοι να δούμε ότι αυτό το πράγμα συγκροτείται στην βιολογική μας οργάνωση σαν ένα πεδίο πράξεων. Μιλάμε για τα συναισθήματα σαν να είναι ιδιότητες και όχι σαν εκφράσεις της δυναμικής μας. Το συναίσθημα είναι ένα σχόλιο για την διάκριση μιας συγκίνησης. Και (η αναφορά στο συναίσθημα) είναι ένα σχόλιο για την διάκριση μιας διάκρισης. Για αυτό το σχόλιο σε ένα σχόλιο χρειάζεστε την γλώσσα. Αλλά τώρα, αυτό που θέλω να προσέξετε είναι ότι εμείς, σαν θηλαστικά, έχουμε την συγκινησιακή οργάνωση των θηλαστικών. Οι πρόγονοί μας τρεισήμισι εκατομμύρια χρόνια πριν ήταν πρωτεύοντα θηλαστικά. Και ζούσαν σε συγκινησιακή ροή και σε συγκινησιακούς συντονισμούς. Δηλαδή σε ροή πεδίων πράξεων και συντονισμών πεδίων πράξεων. Για να είσαι σε αμφίδρομη αλληλεπίδραση με τον άλλον χρειάζεσαι ένα συγκεκριμένο πεδίο πράξεων. Χρειάζεσαι μια συγκίνηση. Δεν μπαίνεις σε αμφίδρομη συναλλαγή αν δεν είσαι σε ένα συγκεκριμένο πεδίο πράξεων. Έτσι τρεισήμισι εκατομμύρια πριν αυτά τα όντα που ζούσαν μαζί και αλληλεπιδρούσαν αμφίδρομα μεταξύ τους και μοιράζονταν τροφή μεταξύ τους και χαϊδευόντουσαν και αγγιζόντουσαν και βρίσκονταν σε στενή αισθησιακότητα, ζούσαν μέσα σε μια συγκεκριμένη θεμελιώδη συγκίνηση, που συγκροτεί το πεδίο πράξεων, μέσα στο οποίο αυτές οι συμπεριφορές συμβαίνουν. Ποια είναι αυτή η θεμελιώδης συγκίνηση; Ισχυρίζομαι ότι αυτή η θεμελιώδης συγκίνηση είναι η αγάπη. Πρόκειται για ένα πολύ βασικό σημείο. Στην εποχή μας συχνά περιορίζουμε την λέξη «αγάπη» σε μια συγκεκριμένη κατάσταση του να ερωτεύεται κανείς, στην ρομαντική αγάπη, μια πολύ ειδική κατάσταση. Σαν να ήταν η αγάπη κάτι πολύ παράξενο και περιστασιακό και περίεργο. Ισχυρίζομαι ότι αγάπη είναι η ρύθμιση που μας επιτρέπει να αποδεχόμαστε τον άλλον σαν νόμιμο άλλον σε στενή συνύπαρξη. Είναι θεμελιώδης συγκίνηση στην ιστορία της συγκρότησης της ανθρωπότητας. Επιπλέον δεν είναι συγκίνηση που συγκροτήθηκε με την συγκρότηση της ανθρωπότητας. Είναι μια συγκίνηση των θηλαστικών. Γιαυτό μπορείτε να μπείτε με κατοικίδια ή άλλα ζώα σε αυτή την ιδιαίτερη σχέση της αμοιβαίας αποδοχής. Έτσι αυτό που λέω είναι ότι η αγάπη είναι μια βασική, κοινή, θεμελιώδης συγκίνηση. Είναι η συγκίνηση που συνιστά το πεδίο πράξεων, στο οποίο ο άλλος γίνεται αποδεκτός σαν ένας νόμιμος άλλος σε οικεία συνύπαρξη. Έτσι η αγάπη είναι η συγκίνηση που συγκροτεί το κοινωνικό. Όχι ότι η αγάπη γεννιέται στην κοινωνική συνύπαρξη. Η αγάπη είναι η συγκίνηση που κάνει δυνατή την κοινωνική συνύπαρξη. Έτσι λέω δύο πράγματα: Πρώτα απ' όλα ότι οι πρόγονοί μας ήταν θηλαστικά και πρωτεύοντα που ζούσαν ήδη σε συγκινησιακό περιβάλλον. Σε μια ροή συγκινήσεων που προϋπήρχε της γλώσσας. Επιπλέον ότι η θεμελιώδης συγκίνηση, που κάνει δυνατή την γέννηση της γλώσσας είναι η αγάπη. Γιατί είναι η συγκίνηση που κάνει δυνατή την διατήρηση ενός τρόπου ζωής με επαναλαμβανόμενη τρυφερή αλληλεπίδραση, μοίρασμα τροφής, και συμμετοχή του αρσενικού στην φροντίδα των μωρών. Που είναι ο χώρος για επαρκώς στενές επαναλαμβανόμενες αλληλεπιδράσεις, μέσα στις οποίες μπορεί να γεννηθεί η γλώσσα. Αλλά όταν μιλάω για γλώσσα δεν μιλάω για την ομιλία. Μιλάω για συντονισμούς συντονισμών πράξεων. Η γλώσσα συμβαίνει μέσα από ήχους, μέσα από σωματικές αλληλεπιδράσεις, μέσα από χειρονομίες, με κινήσεις κάθε είδους. Αλλά αναπτύσσεται στην ιστορία της ανθρωπότητας, αναπτύσσεται σε αυτά τα ζώα που ζουν ήδη μέσα στο κοινό συγκινησιακό πεδίο της αγάπης. Βέβαια συμβαίνουν και άλλες συγκινήσεις. Δεν λέω ότι η αγάπη είναι η μόνη συγκίνηση που υπήρχε τρεισήμισι εκατομμύρια χρόνια πριν. Αλλά λέω, ότι η αγάπη είναι η θεμελιώδης συγκίνηση που συγκροτεί τον χώρο για στενή συνύπαρξη, στην οποία μπορεί να αναπτυχθεί η γλώσσα. Αλλά η γλώσσα έχει να κάνει με αυτή την στενή συνύπαρξη, και ισχυρίζομαι ότι η τρυφερότητα σε αυτή την στενή συνύπαρξη είναι μια προϋπόθεση του γεγονότος ότι η γλώσσα αλλάζει την φυσιολογία μας. Μπορούμε να σκοτώσουμε με λέξεις, μπορούμε να θεραπεύσουμε με λέξεις, μπορούμε να αλλάξουμε την ορμονική μας ροή με λέξεις. Όταν αναφερόμαστε στην φωνή στην γλώσσα, λέμε «η φωνή του είναι απαλή, τρυφερή». Όταν αναφερόμαστε στο περιεχόμενο, χρησιμοποιούμε οπτικές εικόνες, διαφανές, θολό, διαυγές. Έτσι η γλώσσα είναι σαν το άγγιγμα. Δεν ξέρω τι συμβαίνει τώρα, αλλά στα παλιά χρόνια μια μητέρα μπορούσε να πει στην κόρη της «πρόσεχε με τα γλυκά και τρυφερά λόγια των αγοριών, γιατί οι ορμόνες σου αλλάζουν». Δεν εννοώ ότι θα έλεγε «αλλάζουν οι ορμόνες σου», αλλά όλοι ξέρουμε ότι ο μυϊκός μας τόνος, ο ρυθμός της καρδιάς μας, η ορμονική ροή μας αλλάζουν με τα γλυκά, τρυφερά, απαλά λόγια. Έτσι αυτό που λέω είναι ότι την στιγμή, στην οποία εμφανίζεται η γλώσσα, και αρχίζει να διατηρείται, συμβαίνει πλήρης αλληλεπίδραση γλωσσικών και συγκινησιακών διεργασιών. Οι συνδυασμοί των πράξεων και οι συνδυασμοί των συγκινήσεων μας αλληλεπιδρούν στενά. Και ονομάζω αυτή την πλήρη αλληλεπίδραση της γλωσσικής και της συγκινησιακής διαδικασίας «συζήτηση». Έτσι το ανθρώπινο εμφανίστηκε με την γλώσσα, αλλά στην πραγματικότητα συγκροτήθηκε την στιγμή, στην οποία η συζήτηση αρχίζει να διατηρείται σαν μέρος του τρόπου ζωής. Και ισχυρίζομαι, ότι αυτό πρέπει να έχει συμβεί όχι αργότερα από τρεισήμισι εκατομμύρια χρόνια πριν, εξαιτίας του μεγέθους της επίδρασης στην γλώσσα άλλων μερών του σώματός μας, όπως ο εγκέφαλος, ο λάρυγγας, το πρόσωπο και ούτω καθεξής. Υπάρχει ένας μετασχηματισμός του εγκεφάλου, σύμφωνα με την οποία ο εγκέφαλος αυξάνει από 450 cm3 σε 1450 cm3. Ο μετασχηματισμός αυτός δεν μπορεί να έγινε σε πενήντα ή εκατό χιλιάδες χρόνια. Χρειάζεται πολύ περισσότερο χρόνο. Έτσι ο ισχυρισμός μου είναι ότι η απαρχή της ανθρωπότητας και η απαρχή της γλώσσας πρέπει να συνέβησαν περίπου τρεισήμισι εκατομμύρια χρόνια πριν. Δεν είναι αργή διαδικασία. Αυτό που είναι αργή διαδικασία είναι ο ολικός μετασχηματισμός γύρω από την διατήρηση της συζήτησης. Και δεν είναι ότι χρειάστηκαν τρεισήμισι εκατομμύρια χρόνια για να αναπτυχθεί η γλώσσα. Χρειάστηκαν τρεισήμισι εκατομμύρια χρόνια για να ολοκληρωθεί ο μετασχηματισμός του σώματος όπως είναι τώρα, μέσα από την διατήρηση ενός τρόπου ζωής που περιλάμβανε την γλώσσα. Η διατήρηση της γλώσσας πρέπει να συνέβη μόνο μέσα σε λίγες γενιές, όταν άρχισε να διατηρείται μια γενεαλογική γραμμή σε μία από τις μικρές ομάδες που ζούσαν σε συνθήκες αιμομιξίας.
Περισσότερα για τον Humberto Maturana: http://matriztica.cl/.